Ο παπα-Αρσένης Κρέστας // Ομιλητής: Δημ.Βερδελής.


Στα πλαίσια της Επετειακής Ημερίδας με θέμα:

“Το Έπος των Δερβενακίων ως ορόσημο του νεωτέρου Ελληνισμού”

που διοργανώθηκε από:

Διεθνές Ίδρυμα “Κοινόν Πελοποννησίων”

Εταιρεία Ελλήνων Ευεργετών

Φιλολογικό Σύλλογο ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ

και έλαβε χώρα στις 26 Ιουλίου 2022 στο Κτήμα Καραμήτσος στη Νεμέα, δημοσιεύουμε την διάλεξη του νομικού κ. Δημ. Βερδελή με θέμα:

Παπά Αρσένης Κρέστας, ο διοικητής των στρατιωτικών δυνάμεων Ερμιονίδος  υπέρ της κοινής ελευθερίας και σωτηρίας του Ελληνικού γένους

Διαβάστε τη διάλεξη πιο κάτω:

Κυρίες, δεσποινίδες και κύριοι η ομιλία μου απόψε έχει τίτλο Παπά Αρσένης Κρέστας, ο διοικητής των στρατιωτικών δυνάμεων Ερμιονίδος υπέρ της κοινής ελευθερίας και σωτηρίας του Ελληνικού γένος και τον εμπνεύστηκα από τον διορισμό του στις 25 Μαρτίου του 1821 και ο οποίος μας έχει διασωθεί σε οικογενειακό αρχείο της πατρίδας του πατρός Αρσενίου του Κρανιδίου από όπου έλκω και εγώ την καταγωγή μου εκ μητρός.

«Σήμερον τήν 25 Μαρτίου 1821 διορίζομεν γενναίον Αρχηγόν τών Στρατιωτικών δυνάμεων Αργολίδος τόν Αρσένιον Α. Κρέσταν καί τους οπαδούς αυτού οπλαρχηγούς, Αναστάσιον Ν. Μονοχάρτζην, Νικόλαον Α. Κρέσταν, Άναγνώστην Κ. Ζέρβαν, ώς εφόρους καί τούς έξης: Ιερομόναχον Διονύσιον Π. Βούλγαρην, ηγούμενον τής Μονής Αύγού, τόν ηγούμενον της Μονής Ζωοδόχου Πηγής Ίωάσαφ Οικονόμου ή Τζερεμέν, κατά διαταγήν ημών να διοικοΰν και νά διατάσσουν τούς οπαδούς των υπέρ της κοινής ελευθερίας και σωτηρίας του Ελληνικού γένους. Έν Ύδρα τη 25 Μαρτίου 1821».

Υπογράφουν: Αναστάσιος Μπότασης, Ιωάννης Ορλάνδος, I. Μέξης, Γ. Κουντουριώτης, Λ Κουντουριώτης, Γκίκας Μπότασης.

Ο Παπά Αρσένης Κρέστας γεννήθηκε στο Κρανίδι Αργολίδος το 1773 και έλαβε το όνομα Αλέξανδρος. Ο πατέρας του ήταν ο γεωργός Γεώργιος Κρέστας. Το επώνυμο Κρέστας ενδεχομένως είναι Αρβανίτική παραφθορά του ονόματος Χρήστος ή Χρήστου. Έμαθε τα πρώτα του γράμματα στο Κρανίδι από έναν ιερέα-δάσκαλο της εποχής και σε ηλικία 15 ετών (1788) πήγε στην Αίγινα όπου και εργάστηκε για λίγο δίπλα σε έναν έμπορο. Στη συνέχεια εντάχθηκε ως μοναχός στην Ι. Μ. Ζωοδόχου Πηγής του Πόρου μετά τη γνωριμία του, στην Αίγινα, με τον Ηγούμενο Λεόντιο.

Η πορεία του στην μοναχική ζωή ήταν κάπως προδιαγεγραμμένη αν σκεφτούμε ότι οι Κρανιδιώτες φρόντιζαν τα παιδιά τους να έχουν πίστη και συνείδηση ορθόδοξη και εξ αυτού του λόγου έστελναν τα παιδιά τους για να υπηρετούν την Εκκλησία ως ιερόπαιδες – παπαδάκια. Έτσι λοιπόν και ο μικρός Αλέξανδρος, μετέπειτα πατήρ Αρσένιος Κρέστας, ανδρώθηκε μέσα σε αυτή την ατμόσφαιρα. Μια ατμόσφαιρα που ευωδίαζε Χριστό και Ελληνο-Ρωμιοσύνη. Ο μοναχός Αλέξανδρος έμεινε δόκιμός για κάποια χρόνια. Μετέπειτα χειροτονήθηκε διάκονος και μετονομάστηκε σε Αρσένιος.  Φοίτησε στη σχολή Κυδωνιών όπου βρισκόταν υπό την καθοδήγηση του Ιερομονάχου Γρηγορίου Σαράφη. Γύρω στα 1810 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και έγινε Αρχιμανδρίτης. ‘Έχοντας ως εφόδια τις νομικές και εκκλησιαστικές του γνώσεις υπηρέτησε ως γραμματέας στα γραφεία του Οικ. Πατριαρχείου και για κάποιο διάστημα μάλιστα είχε τοποθετηθεί  σε εξωτερικές υποθέσεις του Πατριαρχείου. Αντί όμως με αυτά τα προσόντα να γίνει Μητροπολίτης επέλεξε να διδάξει το Ευαγγέλιο, να διακονήσει ως πνευματικός πατέρας αλλά και ως δάσκαλος στην ιδιαίτερη του πατρίδα το Κρανίδι το 1816 αλλά και στο νησί των Σπετσών. Η παραμονή του στη θέση του γραμματέως στο Οικ. Πατριαρχείο τον είχε φέρει σε γνώση των όσων έμελλε να γίνουν σε λίγα χρόνια, φρόντισε λοιπόν ως στρατιώτης του Χριστού, φλογερός πατριώτης και ποιμένας λογικών προβάτων να ενημερώσει τους Κρανιδιώτες, τους Σπετσιώτες, τους Υδραίους αλλά και τους λοιπούς κατοίκους της Ερμιονίδας που λαχταρούσαν την ελευθερία τους για τον ξεσηκωμό του Γένους. Ο Παπαρσένης σύμφωνα με τις πηγές εκτός από αφοσιωμένος και ευσεβέστατος λειτουργός του Υψίστου, υπήρξε ανδρείος, ακατάβλητος αγωνιστής και γενναίος πατριώτης. Ο αρχιτέκτονας του έπους των Δερβενακίων Αρχιστράτηγος Θεόδωρος Κολοκοτρώνης μόλις πληροφορήθηκε το θάνατο του Παπά Αρσένη μετά τη μάχη στον  Άγιο Σώστη είπε πως «η Ελλάδα μας έχασε έναν εξαίρετο πολεμιστή και έναν ενάρετο κληρικό». Ο Παπά Αρσένης μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία στις 26 Νοεμβρίου του 1818 με το βαθμό του ιερέως από το Σπετσιώτη Φιλικό, πλοιοκτήτη και πολιτικό Γεώργιο Πάνου. Με τη σειρά του ο Παπά Αρσένης μύησε και άλλους πολλούς από την επαρχία του κάτω Ναχαγιέ (Ερμιονίδα).

ΕΝΑΡΞΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΣΤΟΝ ΚΑΤΩ ΝΑΧΑΓΙΕ (ΕΡΜΙΟΝΙΔΑ)

Το 1790 από το Βιλαέτι του Ναυπλίου διασπάστηκε η Ερμιονίδα και δημιουργήθηκε το Βιλαέτι του Κάτω Ναχαγιέ όπου δεν υπήρχαν οικογένειες Οθωμανών. Με το ξέσπασμα της επανάστασης ο Παπά Αρσένης λόγω προσόντων και εθνικής δράσεως έγινε συλλογικά αποδεκτός ως άξιος αρχηγός της επανάστασης στην περιοχή. Την 25η Μαρτίου του 1821 γίνεται ο διορισμός του Παπά Αρσένη ως Αρχηγού, την 1η Απριλίου ο Παπά Αρσένης ως αρχηγός συγκαλεί τη Δημογεροντία του Κρανιδίου κατόπιν συνεννοήσεως με τους οπλαρχηγούς και τους Καπεταναίους της Πελοποννήσου διακηρύττει την έναρξη του αγώνα για ανεξαρτησία και στις 4 Απριλίου μεταλαμβάνει των Αχράντων Μυστηρίων με τους αγωνιστές για να πάρει δύναμη και ζωή από την πηγή της και ξεκινά να δώσει τον όρκο στην Πέτρα της Νίκης, ακολουθεί αγιασμός και η πρώτη διαταγή της ημέρας για πορεία προς το Ναύπλιο δίδεται αυθημερόν από τον Παπά Αρσένη όπου και κλήθηκε να υποστηρίξει την πρώτη πολιορκία της πόλης.

Οι Οθωμανοί ανήμερα του Πάσχα (10 Απριλίου) του 1821 επιτέθηκαν αιφνιδίως στα Ελλ. Στρατόπεδα των Μύλων, της Άριας και του Κατσιγκρίου και έλυσαν την πρώτη πολιορκία. Μετά από λίγο με πρωτοβουλία του Γκίκα Μποτάση και με τη συμμετοχή του Στάικου Σταϊκόπουλου, του Παπά Αρσένη και άλλων οπλαρχηγών αρχίζει η δεύτερη πολιορκία του Ναυπλίου.

Στις 24 Απριλίου ο Κεχαγιάμπεης εστάλη στην Τρίπολη και παρέμεινε για λίγο στο Άργος, εκεί ο Παπά Αρσένης με τους Κατωναχαγιώτες αλλά και Αργείους του αντιστάθηκαν αλλά απέτυχαν. Ο δε Παπά Αρσένης αν και επικηρυγμένος και πολιορκημένος στο μοναστήρι της Κατακεκρυμμένης πέρασε μέσα από το στρατόπεδο των Οθωμανών ξιφήρης με τα παλικάρια του και σώθηκε.

Δυστυχώς όμως ο Κεχαγιάμπεης έλυσε τη δεύτερη πολιορκία του Ναυπλίου.

Η τρίτη πολιορκία του Ναυπλίου άρχισε με εντολή του Αρχιστρατήγου Θεοδώρου Κολοκοτρώνη στην οποία τέθηκε επικεφαλής ο Νικήτας Σταματελόπουλος (Νικηταράς) του οποίου βασικός συνεργάτης ήταν ο Παπά Αρσένης.

Στις αρχές Ιουνίου 1822 ο Παπά Αρσένης βρέθηκε στα μεγάλα Δερβένια της Μεγαρίδας.

Τον Ιούλιο του 1822 έφτασε η πρώτη μεγάλη και σοβαρή απειλή για την επανάσταση των Ελλήνων. Η στρατιά του Δράμαλη. Στις 26 Ιουλίου 1822. Ακριβώς 200 χρόνια πριν από σήμερα ο Θ. Κολοκοτρώνης, ο Νικηταράς, ο Πλαπούτας, ο Παπαφλέσσας, ο Κρέστας, ο Δ. Υψηλάντης, ο Κορμάς, ο Δανόπουλος κ.α. πέτυχαν το αριθμητικά αδύνατον και συνέτριψαν τη στρατιά του Δράμαλη, αυτή που σχεδόν αποτελείωσε ο Νικηταράς στο Αγιονόρι στις 28 Ιουλίου με το Νικόλαο Σταματελόπουλο να αρχίζει την τέταρτη πολιορκία του Ναυπλίου.

Ο Παπά Αρσένης έπεσε τον Νοέμβριο του ‘22. Φυλάσσοντας μαζί με το Νικηταρά το πέρασμα του Αγίου Σώστη. Κάποιοι Οθωμανοί προσποιούμενοι τους Έλληνες πέρασαν το στενό, βρέθηκαν πίσω από το ταμπούρι του, ακολούθησε μάχη στην οποία ο Παπά Αρσένης βρέθηκε νεκρός με μια σφαίρα στο πίσω μέρος του κεφαλιού.

Αυτός ο ευσεβέστατος κληρικός και γενναίος αγωνιστής, κυρίες, δεσποινίδες και κύριοι θα μας θυμίζει πάντοτε το αγωνιστικό πνεύμα του Ελληνισμού, τη μάχη για εσωτερική και εξωτερική ελευθερία. Την ανδρεία, την πίστη, την προσήλωση στο κοινό αγαθό. Αυτός είναι ο ηρωομάρτυς Πατήρ Αρσένιος Κρέστας. Αυτό είναι το πνεύμα της Ρωμιοσύνης. Αυτή είναι η Ελλάδα. Αυτή την ιερά πατρίδα τιμούμε και σε αυτούς τους γενναίους υποκλινόμαστε.

ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΔΟΞΑ


” ΑΤΕΝΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΝΙΚΗΤΑΡΑ “


Διαβάστε τη διάλεξη πιο κάτω:

Στρατηγέ Νικήτα Σταματελόπουλε, Τουρκοφάγε Νικηταρά, ανυπέρβλητε πολέμαρχε, ακατάβλητε, ορμητικέ, φόβητρο του αντιπάλου, αεικίνητε, σεμνέ, ανδρείε, ανιδιοτελή, ακέραιε, φιλοκίνδυνε και νυχθημερόν καταδιώκων τον εχθρό, οι συντελεστές της ιστορικής αυτής ημερίδας μού ζήτησαν ευγενικότατα να μιλήσω για Σένα. Μεγάλο το καθήκον, υψηλή η ευθύνη, δεν πρέπει να απογοητεύσω. Βρίσκομαι ενώπιον Σου γεμάτος δέος και ταπείνωση, όλη μου η ύπαρξη είναι μια ασημαντότητα μπροστά Σου, ένα στατιστικό σφάλμα. Είσαι ένας Ήρωας πέρα από τον Χώρο και τον Χρόνο, που τώρα στέκεται ανάμεσα στον Λεωνίδα και τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο. Πρέπει όμως επιτέλους να ξεκινήσω την προσπάθεια της διερεύνησης των χρυσών σελίδων Ιστορίας που Εσύ έγραψες.

«Τὰ παιδιὰ εἶναι ἀναστημένα εἰς τὴν Φραγκιά, ἐγὼ ἔκαμα καλὰ καὶ κακά. Νὰ μὲ κόψετε ἐμένα νὰ κάμω χαλάλι τὸ γάλα τῆς μάνας μου, ὄχι τὰ παιδάκια μου.» Αυτά ήταν τα τελευταία λόγια του πατέρα του Νικηταρά, του Γέρου Σταματέλου, του θρυλικού προεπαναστατικού Κλέφτη από το χωριό Τουρκολέκα της Αρκαδίας. Αδιαφορώντας για τη δική του ζωή, εκλιπαρούσε για αυτές των νεαρών Αναγνώστη και Ιωάννη, εν έτει 1816 στη Μονεμβασιά. Ο Αναγνώστης ήταν γιος του πεθερού του, του τρομερού Ζαχαριά Μπαρμπιτσιώτη, του παλαιού πρωτομάστορα της Κλεφτουριάς στην Πελοπόννησο. Ο Ιωάννης ήταν ο εντεκάχρονος γιος του Σταματέλου, και μικρός αδερφός του Νικηταρά. Μάς μεταφέρει ο Νικήτας τις τελευταίες στιγμές του Ιωάννη: «Θὰ πάω ἐκεῖ ποὺ πάγει ὁ πατέρας μου. – Κάθισε νὰ σὲ κάμομε Τοῦρκο. Τοῦ δείχνουν τὸν πατέρα του σκοτωμένον. – Γίνου Τοῦρκος. Τὸ παιδὶ κάμνει τὸν σταυρό του. Ἔγινε ἀπὸ τὸ αἷμα σταυρός. Πῆραν τὰ κεφάλια τους στὴν Τριπολιτσά.»

Και παρακάτω συνεχίζει: «Καὶ οἱ ψυχὲς τῶν τριῶν γνωρίζουν ἂν ἐγὼ τοὺς ἐγδίκησα καὶ ἂν ἄγριον μὲ εἶδαν τὰ περιγιάλια τῆς Ζακύνθου, οἱ νύχτες, τὰ φεγγάρια, νὰ περπατῶ ξώφρενα, ἕως ὁποὺ δὲν ἐπληρωνόμουν τὸ ἀθῶο αἷμα. Ἀλλὰ τί εἶναι ἡ ἐγδίκησις τοῦ πατρός μου, ὅταν ὅλο τὸ γένος μου βοᾷ ἐγδίκησιν. Χιλιάδες μύριοι σταυροὶ ἐκυμάτισαν εἰς τὸ αἷμα σὰν ὁ σταυρὸς τοῦ ἀδελφοῦ μου. Ὤ, πόση χαρὰ δοκίμασα, ὅταν μετέπειτα οἱ καιροί, ἡ θεία Πρόνοια, ἡ εὐχὴ τοῦ πατέρα μου, ἔκαμαν νὰ βροντήσει τὸ Ἑλληνικὸ ντουφέκι.»

Καθοριστικός για τη ζωή και τη δράση του Νικηταρά ήταν λοιπόν ο χαμός του Πατέρα και του μικρού Αδερφού Του. Καθοριστική ήταν και η σχέση βαθύτατου σεβασμού και μαθητείας με τον κατά δεκαεπτά χρόνια γηραιότερο Θείο του, τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη. Δεν είναι τυχαίο ότι οι επιστολές του προς Αυτόν πάντα ξεκινούσαν με την ευλαβική φράση «Θείε μου Προσκυνώ!». Ο Γέρος του Μοριά είχε απόλυτη εμπιστοσύνη στις ικανότητες και την προσήλωση του ανιψιού του, Νικηταρά, γι’ αυτό και σπανίως τον είχε δίπλα του ως φυσική παρουσία. Αντιθέτως, τού ανέθετε διαρκώς τις πιο επικίνδυνες, τις πιο μεμακρυσμένες, και τις πιο χρονοβόρες αποστολές, βέβαιος για την επιτυχή έκβαση αυτών. Με άλλα λόγια, ο Νικηταράς ήταν το «δεξί» και «μακρύ» χέρι του Κολοκοτρώνη. Μετά την επιστροφή τους από τη Ζάκυνθο στην Πελοπόννησο, στις αρχές του 1821, ο Νικηταράς ανυπομονεί να αναλάβει δράση. 

Την 21η Μαρτίου 1821, στήνει ενέδρα σε Τούρκους που έφευγαν από την Καλαμάτα αναζητώντας ασφάλεια στην Τρίπολη, μιας και ήταν πια εμφανές ότι από μέρα σε μέρα θα ξέσπαγε η Επανάσταση. Ένας από αυτούς που αποχωρούσαν, ήταν ο επιφανής Οθωμανός γνωστός ως Μουράτης. «Βρε Τούρκο! Άφησε τ’ άρματά σου κι έλα εδώ» τού φωνάζει ο Νικηταράς, αλλά ο Μουράτης αγνοεί το πρόσταγμα και συνεχίζει τον δρόμο του θεωρώντας ότι πρόκειται περί αστείου. «…τοῦ κόβω μὲ τὸ σπαθὶ πέρα πέρα τὰ μοῦτρα» διηγείται ο Νικηταράς.

Ήταν 24 Απριλίου 1821, και ήσαν ακόμα οι πρώτες «αμήχανες» εβδομάδες της Επανάστασης. Οι Τούρκοι, με αιφνιδιαστική επίθεση διαλύουν το πρώτο επαναστατικό στρατόπεδο του χωριού Βαλτέτσι, νοτιοδυτικά της Τρίπολης. Ο Νικηταράς σπεύδει στην περιοχή για να επιτεθεί στους αποχωρούντες Τούρκους, προκαλώντας τους να πολεμήσουν μαζί Του κραυγάζοντας τη μυθική πλέον φράση: «Σταθῆτε, Περσιάνοι νὰ πολεμήσωμεν!». Αλλά αυτοί δεν στάθηκαν. Μετά από λίγες μέρες όμως, ο Νικηταράς θα είχε την ευκαιρία που επιζητούσε διακαώς…

18 Μαΐου του 1821, πέντε μέρες μετά τον θρίαμβο της δεύτερης -αυτή τη φορά νικηφόρας για τους Έλληνες- Μάχης του Βαλτετσίου, ο Νικηταράς και το στρατιωτικό του σώμα βρίσκονται καθ’ οδόν για την Αργολίδα, για άλλο ένα από τα πολύ οικεία σε αυτόν «περίπολα μακράς εμβελείας» (όπως θα λέγαμε στη σύγχρονη στρατιωτική ορολογία). Μόλις έχουν αφήσει πίσω τους τα τελευταία σπίτια του ορεινού χωριού Δολιανά της Αρκαδίας, νοτιοανατολικά της Τριπολιτσάς, όταν φτάνει το μαντάτο ότι οι Τούρκοι βρίσκονται στα πρόθυρα του οικισμού.

«Πάμε στον δρόμο μας, και ας μην αφήσουν οι Τούρκοι ούτε ρουθούνι», τον προτρέπει ο οξύθυμος αδερφός Του ο Νικόλαος, χολωμένος που οι Δολιανίτες αρνήθηκαν να τούς δώσουν κρασί για τον δρόμο. Να σημειώσουμε εδώ ότι το κρασί ήταν συχνότατα μέσο ενυδάτωσης και ενδυνάμωσης των στρατευμάτων εκείνη την εποχή, με ότι αυτό συνεπαγόταν για τη συμπεριφορά των εμπολέμων και την εν γένει διαγωγή τους. «Αδερφέ μου, πάμε στο Ναύπλιο για να βρούμε Τούρκους, δεν θα τούς αφήσουμε τώρα που τούς βρήκαμε εδώ!» τού λέει κοφτά ο Νικήτας, και ο Νικόλαος αντιλαμβάνεται πλήρως την ορθότητα των λόγων του Τουρκοφάγου. Αμέσως, μαζί με τους ντόπιους καταλαμβάνουν αμυντικές θέσεις στα σπίτια των Δολιανών και αντιστέκονται σθεναρά. Τριακόσιοι, εναντίον δύο χιλιάδων. Υπόδειγμα μαχητικής συγκρότησής και τακτικής ψυχραιμίας η άμυνα που παρέταξε ο Νικηταράς, ειδικά υπό τέτοιες συνθήκες ακραίας έντασης και χρονικής πίεσης. Μάταια οι Τούρκοι προσπάθησαν να τούς καταβάλουν, αφού το στρατιωτικό Του σώμα απέκρουσε αποφασιστικά όλες τις επιθέσεις των συντριπτικά περισσοτέρων αντιπάλων.

Οι αμυνόμενοι άντεξαν μέχρι να αφιχθούν οι ελληνικές ενισχύσεις από το στρατόπεδο των γειτονικών Βερβαίνων, και τότε ήταν που οι Τούρκοι άρχισαν να αντιλαμβάνονται τη ματαιότητα του εγχειρήματός τους. Ο Νικηταράς κρίνει ότι έφτασε η ώρα της αντεπίθεσης. Εκείνη τη στιγμή τον πλησιάζουν και διακόσιοι Δολιανίτες οι οποίοι, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους συγχωριανούς τους, είχαν καταφύγει τρομαγμένοι στα γειτονικά υψώματα παρακολουθώντας με αγωνία την έκβαση της Μάχης. Μάς παραδίδει ο Γάλλος Φιλέλληνας Ολιβιέ Βουτιέ ότι όταν η πλάστιγγα έγειρε υπέρ της ελληνικής παράταξης και αυτοί προσέγγισαν τη θέση του Νικηταρά, αυτός τούς «υποδέχτηκε» με έναν συνδυασμό εκνευρισμού και χιούμορ: «Τώρα μού ρχόσαστε κερατάδες; Ας είναι, ας πέσουμε απάνω τους!», και όλοι ενωμένοι ξεκίνησαν την ανηλεή καταδίωξη των ατάκτως υποχωρούντων Τούρκων. Βαρύτατο το πλήγμα στο ηθικό και την ψυχολογία των Οθωμανών η Μάχη των Δολιανών και των Βερβαίνων όπως είναι το πλήρες -και το ορθό- όνομα αυτής της σύγκρουσης. Απόλυτη η ανατροπή των σχεδίων τους για γρήγορη κατάπνιξη της Επανάστασης στη γένεσή της. Η πτώση της Τριπολιτσάς πλησίαζε ολοταχώς, και η φήμη του Νικηταρά είχε μόλις αρχίσει να εκτοξεύεται.

Ο Ήρωας μας ήταν παρών στην Άλωση της Τριπολιτσάς της 23ης Σεπτεμβρίου 1821. Στη λαφυραγώγηση που ακολούθησε έμεινε «άσπιλος» από το μεγάλο όργιο των λεηλασιών. Είναι πολύ χαρακτηριστική η μαρτυρία του επίσης Γάλλου -και καταπληκτικού Φιλέλληνα- Μαξίμ Ρεμπώ από τις τελευταίες ημέρες της οθωμανικής Τριπολιτσάς, όταν διάφοροι εύποροι Τούρκοι εξαγόραζαν την ασφάλειά τους δωροδοκώντας Έλληνες οπλαρχηγούς. Θυμάται ο Ρεμπώ: «Εν μέσω αυτής της σκανδαλώδους υπεξαίρεσης, ο ιατρός Γιατράκος προσέφερε ένα γελοίο θέαμα. Απελπιζόταν που δεν ενέπνεε μια τόσο εκτεταμένη και, ως εκ τούτου, προσοδοφόρα εμπιστοσύνη όσο ο Κολοκοτρώνης. Ήταν απελπισμένος, αλλά η σκηνή του ήταν γεμάτη. Εντούτοις, υπήρξαν έντιμες εξαιρέσεις σε αυτή τη μόλυνση της απληστίας. Θα ήταν άδικο να μην σε αντιτάξω σε αυτούς τους επαίσχυντους χαρακτήρες, εσένα, γενναίε Νικήτα, που η αφιλοκέρδεια σου ήταν μεγάλη όσο και η ανδρεία σου, και που πάντα έδειξες συμπόνια για τους αδύναμους, σπέρνοντας όμως τρόμο στους εχθρούς. Σε ονόμασαν ο Τουρκοφάγος, αλλά αυτό το όνομα δεν εκφράζει τα πάντα: Δείχνει μόνο τα κατορθώματα σου, δεν αποτυπώνει ιδιαίτερα το πώς συνδύαζες τη σοφία των ηλικιωμένων με τη γλυκύτητα της νεαρής ηλικίας!»

Ημίθεε των Δερβενακίων Νικηταρά, τιμούμε σήμερα τα Διακοσάχρονα της μεγαλύτερής σου Νίκης. Χωρίς την καθοριστική συμβολή σου η Μάχη αυτή δεν θα ήταν ο τεράστιος θρίαμβος που σήμερα γνωρίζουμε. Αντιθέτως, ένας μεγάλος αριθμός Τούρκων θα είχε διαφύγει και άδηλο θα ήταν το μέλλον της Επανάστασης. Ήσουν εκεί όμως, σπέρνοντας τον αφανισμό ανήμερα της Μάχης στο πέρασμα του Αγίου Σώστη. Υπαγορεύεις στον Τερτσέτη πολύ λιτά το αποτέλεσμα αυτής της σύρραξης: «Ὁ βράχος, ἡ λαγκαδιὰ ἔγινε ἕνα ἀπὸ τὰ κουφάρια.» Ο δε Γραμματικός και συμπολεμιστής του Νικηταρά, ο Γεώργιος Αθανασιάδης στο συγκλονιστικό ημερολόγιό του μιλά για «ανήκουστη αιματοχυσία», αναφέρει ότι ο Νικηταράς μακέλευε Τούρκους όλη τη νύχτα, και υπολογίζει τις οθωμανικές απώλειες σε πάνω από τρεις χιλιάδες νεκρούς και αμέτρητους τραυματίες.

Αοίδιμε Νικηταρά, ήσουν παρόν και δύο μέρες μετά, στις 28 Ιουλίου του 1822, δίνοντας τη χαριστική βολή στα στρατεύματα του Δράμαλη που απεγνωσμένα αναζητούσαν διαφυγή μέσω του περάσματος της κλεισούρας του Αγιονορίου. Η Μάχη του Αγιονορίου είναι η δεύτερη φάση αυτού που συνολικά αποκαλούμε «Πόλεμος του Δράμαλη», και συχνά την ξεχνούμε, και ως συμβάν, αλλά και ως πρωτοβουλία του Νικηταρά ο οποίος επέμεινε με φανατισμό στην οριστική συντριβή του οθωμανικού εκστρατευτικού σώματος. Τη Μάχη του Αγιονορίου δεν την ξεχνά σίγουρα ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ο οποίος στα απομνημονεύματα του αφού αρχικά εξαίρει την παρουσία του Νικηταρά στις 26 Ιουλίου λέγοντας: «ευθύς έτρεξεν ο Καπετάν Νικήτας και επρόφθασεν εν καιρώ εκεί, και επροξένησεν μέγαν όλεθρον εις τους εχθρούς.» μετά από λίγο προσθέτει ότι οι εναπομείνασες δυνάμεις των Τούρκων «ήκολούθησαν τον δρόμο της Κλένιας (που περνά από το Αγιονόρι) τον οποίον, ως παράμερον, ενόμιζον ότι είναι απροφύλακτος. Αφού δε έφθασαν εις τα στενά, όπου ήτον εστρατοπεδευμένος ο Νικήτας, όστις τους άφησε και επροχώρησαν αρκετά, δια να μη δύνανται να οπισθοδρομήσωσι, συνεκτροτήθη ο πόλεμος». Και συνεχίζει ο εθνεγέρτης Ιεράρχης: «Ο Καπετάν Νικήτας με την σπάθην εις τας χείρας διέσπειρε φρίκην εις αυτούς, ομοίως και οι λοιποί στρατιώται όρμησαν ως εις αγέλην ζώων, και τους κατέσφαζον».    

Οποιοσδήποτε άλλος θα είχε επαναπαυθεί στις δάφνες των Δερβενακίων. Δεν είναι και λίγες οι περιπτώσεις οπλαρχηγών που, μετά από μια σημαντική επιτυχία, βλέπουμε τη δράση τους να ατονεί, ακόμα και να αμαυρώνεται. Ο Νικηταράς όμως ήταν ξεχωριστός. Ενδεικτικά μόνο να αναφέρουμε ότι η εποποιία Του επεκτάθηκε και στη Στερεά Ελλάδα, με αποκορύφωμα τη φονικότατη Μάχη της Αράχωβας δίπλα στον Καραϊσκάκη, τον Νοέμβριο του 1826, όπου μέσα στο χιόνι με κρουσταλλιασμένα τα γένια κατέκοπτε αδιάκοπα επίλεκτους Τουρκαλβανούς. Ήταν παρόν και στη Μάχη στη σημερινή Γαρέα, στα περίχωρα της Τρίπολης, τον Ιούλιο του ιδίου έτους, όπου προς στιγμήν καθηλώθηκε με μόλις τριάντα συμπολεμιστές του απέναντι σε μια μεγάλη δύναμη Τουρκοαιγυπτίων του Ιμπραήμ. Όμως, εκτελώντας έναν από τους επικεφαλής αυτών κατάφερε να τρέψει όλους τους αντιπάλους σε φυγή. «Τέτοιο σκότωμα δὲν εἶδα ποτὲ μου.» αναφωνεί ο Γέρος του Μοριά για τη συγκεκριμένη Μάχη. Ειδικά για την πολύ σκοτεινή -και οριακή- περίοδο της εισβολής του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο, δεν υπάρχουν λόγια ικανά να περιγράψουν τον εθνοσωτήριο ρόλο που διαδραμάτισε ο Νικηταράς, τόσο με τη συνεχή κατατριβή των δυνάμεων του «επάρατου Μπραϊμάκη» (όπως αποκαλούσε περιπαικτικά τον Ιμπραήμ) με ανορθόδοξο πόλεμο και συνεχή παρενόχληση, όσο και με την ακαριαία πάταξη κάθε κρούσματος τουρκοπροσκυνήματος και συμβιβασμού με τον εχθρό. Ο κατάλογος των άθλων του Νικηταρά δεν έχει τέλος, ενώ ρίγος προκαλεί η συνειδητοποίηση του πόσες φορές αυτός ο ριψοκίνδυνος Άνδρας αντίκρισε κατάματα τον Χάρο πολεμώντας διαρκώς στην πρώτη γραμμή, αλλά και ευρισκόμενος σε απίστευτες περιστάσεις όπως την παρ’ ολίγον σύλληψη ή θανάτωσή του στην αρχική Πολιορκία του Ναυπλίου αλλά και τον τραυματισμό Του στην ίδια συμπλοκή στην οποίαν έπεσε ο Γεώργιος Καραϊσκάκης.

Τη λεπτομερέστερη εικονογράφηση της μορφής του Νικηταρά τη χρωστούμε στον Γερμανό Φιλέλληνα Καρλ Κράτσαϊζεν, ο οποίος μάς προσέφερε μια σειρά από εξαιρετικές λιθογραφίες των πρωταγωνιστών της Επανάστασης. Στην όψη του Νικηταρά ξεχωρίζουν το διαπεραστικό βλέμμα, το επιμελώς κρυμμένο αρχαϊκό μειδίαμα κάτω από τα μακριά μουστάκια Του, η περήφανη στάση του κορμού Του και ο εντυπωσιακός κεφαλόδεσμός Του. Η όλη εμφάνισή Του ενσαρκώνει πλήρως το αρχέτυπο του ατρόμητου πολεμιστή. Κάθε προσωπογραφία του Κράτσαϊζεν συνοδεύεται από έναν σύντομο σχολιασμό του δημιουργού για τον εκάστοτε εικονιζόμενο. Η περιγραφή της προσωπικότητας και της προσφοράς του Νικηταρά είναι εξόχως δωρική και συγκινητική. Μεταξύ άλλων γράφει για τον Ήρωα μας: «Ανιψιός του Κολοκοτρώνη, υπηρέτησε και αυτός στον στρατό των νησιών του Ιονίου. Εκεί έμαθε τί σημαίνει τάξις, αρετή που μαζί με την ευθύτητα και την ειλικρίνεια τον διέκρινε πάντοτε από τους άλλους οπλαρχηγούς. Όσα διηγούνται για τη φυσική του δύναμη και το απαράμιλλο θάρρος του εγγίζουν τα όρια του μύθου.» Λίγο πιο κάτω προσθέτει: «Κατά την επιστροφή των Τούρκων, μέσα από τα Στενά (εννοεί των Δερβενακίων), επετέθη εναντίον της εχθρικής στρατιάς και προκάλεσε φρικτή σφαγή. Τρεις χιλιάδες Τούρκοι εφονεύθησαν. Αν και τα λάφυρα ήταν πλουσιότατα για τους Έλληνες, ο Νικήτας, αφιλοκερδής, απαξίωσε να λάβει μερίδιο. Η δόξα του για το κατόρθωμα αυτό καθώς και το πλήθος των εχθρών που θέρισε το τρομερό σπαθί του εξασφάλισαν στον Νικηταρά το επώνυμο Τουρκοφάγος». Και κλείνει με τη φράση: «Πόσο ευτυχισμένη χώρα θα ήταν η Ελλάδα εάν είχε πολλούς άνδρες με παρόμοιο χαρακτήρα!»        

Σήμερα η Πατρίδα μας βρίσκεται στην περιφέρεια εξαιρετικά σύνθετων γεωστρατηγικών εξελίξεων, και δεν γίνεται να αποκλειστεί το ενδεχόμενο, μέσα στη δίνη ενός ευρύτερου διεθνούς πολέμου, να οδηγηθεί σε άλλη μια ένοπλη αντιπαράθεση με τον προαιώνιο εχθρό της. Είναι πια τεκμηριωμένο ιστορικά ότι η Ελευθερία της Ελλάδος κατακτάται -αλλά και διαφυλάσσεται- με το αίμα των παιδιών της. Θεόρατε Νικηταρά, είθε το έπος Σου, τα αξεπέραστα ανδραγαθήματα και το ανεπανάληπτο παράδειγμα Σου να είναι οδηγός μας, έμπνευση και απαντοχή στην περίπτωση που η σύγκρουση αυτή καταστεί αναπόφευκτη. Δοξασμένο είναι το όνομά Σου εις τους αιώνας των αιώνων Ήρωα των ονείρων μου Νικηταρά.

Αθάνατος!


Οι ομιλητές της τρίτης θεματικής ενότητος της ημερίδας, με θέμα τους ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ της Μάχης



Πιο κάτω η διάλεξη του Θ. Νικολοβγένη με τίτλο:

” ΤΡΙΑ ΚΡΙΣΙΜΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ ΤΗΣ ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΑΣ ΚΑΙ Ο ΘΕΟΔ. ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ “

” Σας μεταφέρω Πατριωτικούς χαιρετισμούς από τον Απροσκύνητο Κυπριακό Ελληνισμό, που με ρόλο ακρίτα στο νοτιοανατολικότερο άκρο του ελευθέρου Ελληνισμού στέκεται εφ’ ο ετάχθει και αντιστέκεται πότε συμμετέχων, αλλά πάντοτε εμπνεόμενος από τους αγώνες και τις θυσίες του Μητροπολιτικού Ελληνισμού.

Έτσι και πέρυσι, στα 200 χρόνια από την Εθνεγερσία η Κύπρος συμμετείχε, τιμώντας την μεγάλη Επέτειο ποικιλοτρόπως, με σημαντικότερο εκ των οποίων την επαναφορά στην επιφάνεια της Σημαίας των 800 περίπου Κυπρίων Αγωνιστών  με την οποία έλαβαν μέρος στον Αγώνα. «ΣΗΜΕΑ ΕΛΗΝΙΚΗ ΠΑΤΡΙΣ ΚΥΠΡΟΥ» υπάρχει και σκαλισμένη στο μνημείο των Κυπρίων πεσόντων στην Έξοδο του Μεσολογγίου δίπλα από τον τάφο του μεγάλου Μάρκου Μπότσαρη, διότι τότε στο Μεσολόγγι πολέμησαν από όλα τα μέρη της Ελλάδος.

 Η Σημαία αυτή, με εντολή του νυν Αρχιεπισκόπου ήτo επηρμένη καθόλη τη χρονιά δίπλα από τον Βυζαντινό Δικέφαλο και την Γαλανόλευκη, στα υψηλότερα σημεία των Ι. Ναών. Έκανε το λάθος και μια εφημερίδα (Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ της Κυριακής) να την δώσει δώρο. 15.000 Σημαίες, εξαφανίστηκαν εν ριπή οφθαλμού και αναγκάστηκαν να την επανακυκλοφορήσουν. Οι φήμες ότι Σημαίες ανταλλάσσονταν στη μαύρη αγορά με τρία – τέσσερα τραπέζια full με κυπριακές σούβλες, είναι επιβεβαιωμένες.

Αυτό μας έμεινε εμάς στην Κύπρο από τα 200 χρόνια, αυτό και εκείνα τα ποιήματα του μεγάλου Έλληνα ποιητή Βασίλη Μιχαηλίδη, από το σκλαβωμένο Λευκόνοικο (εκεί που ο Νταγίπ από την Ποταμιά της Ριζούντας θέλει να κατασκευάσει την βάση για τα μη επανδρωμένα) «Η 9η Ιουλίου εν Λευκωσία Κύπρου» και η «Χιώτισσα».

Αλλά καθώς προείπαμε, ο Κυπριακός Ελληνισμός είναι και εμπνεόμενος.

Χαρακτηριστικό το περιστατικό που έλαβε χώρα ένα παγωμένο απόγευμα του Δεκέμβρη του 1956, τρεις μόλις μήνες πριν το ολοκαύτωμα. Σε μια γωνιά του κρησφύγετου (χώμα από το οποίο υπάρχει σε αυτό το κουτάκι) υπό το φως ενός φανού θυέλλης ο Αυξεντίου κάτι διαβάζει και κλαίει γοερώς. Ένας αντάρτης από την ομάδα, στου οποίου την αντίληψη υπέπεσε το γεγονός ρώτησε τον Αυγουστή Ευσταθίου. « Ματρώζε, τι έχει ο Μάστρος και κλαίει»; Προσέξτε το ψευδώνυμο. Ματρώζος. Το πως ενέπνευσε η Εθνεγερσία του ’21, τον αγώνα της ΕΟΚΑ θα μπορούσε να αποτελέσει το θέμα μιας ξεχωριστής ημερίδας που καλό θα ήταν να διοργανωθεί στο νησί. Ο Ματρώζος που έχαιρε ιδιαίτερης συμπάθειας από τον Αυξεντίου καθώς ήταν ο μικρότερος σε ηλικία αντάρτης της ομάδας, ρωτά τον μεγάλο Υπαρχηγό:

« Μάστρε (από το αγγλικό master) γιατί κλαίεις»;

« Μα είναι να μην κλαίω ρε μιτσή (μικρέ); Ο Θεός υπέγραψε την Ελευθερία της Πατρίδας και με ρωτάς γιατί κλαίω»; Προφανώς ο Αυξεντίου διάβαζε τα Απομνημονεύματα του Γέρου.

Θα τολμήσω να πω, πως τον μεγάλο Έλληνα Αυξεντίου, τον ενώνει μια λεπτή γραμμή με τον μόνο Έλληνα που έχει το δικαίωμα να φέρει τον χαρακτηρισμό του Εθνάρχη, τον μεγάλο Θοδωρή Κολοκοτρώνη καθώς και οι δύο είχαν πλήρη την αντίληψη του χρέους ενός Αρχηγού απέναντι στο όλον. Απέναντι στον ίδιο τον Αγώνα.

Αυτά, ως όχι και τόσο σύντομη, μα απαραίτητη εισαγωγή. Και ερχόμαστε στο σήμερα.

Ο τίτλος της ομιλίας είναι τα τρία κρίσιμα περιστατικά της Εθνεγερσίας και ο Κολοκοτρώνης. Προσπαθήσαμε να βρούμε τα τρία γεγονότα καμπής. Προσπαθήσαμε δηλαδή, να απαντήσουμε στο ερώτημα: «Ποια τρία γεγονότα, εάν δεν είχαν λάβει χώρα θα άλλαζαν την ροή και το αποτέλεσμα της Επανάστασης»;

Καθόλου τυχαία, και τα τρία περιστατικά έχουν σχέση με τον Κολοκοτρώνη.

Περιστατικό πρώτο:

Βρισκόμαστε στα 1783. Ήταν 13 ετών. Μια μέρα που ‘χε βρέξει πολύ, έμπαινε με το μουλάρι του στην Τρίπολη για να πουλήσει ξύλα. Σ’ ένα καλντερίμι το ζώο γλιστράει και πέφτει σε μια λούμπα γεμάτη βρωμόνερα που λέρωσαν κάτι αγάδες που εκείνη την ώρα περνούσαν από δίπλα. Ένας από αυτούς θυμωμένος, ακαριαία τραβάει δυο φάπες στον Θοδωράκη Κολοκοτρώνη.

Παρακαλώ τον Άγιο Θεό, να ψάξει και να βρει σε ποιο υπόγειο της κολάσεως έχει κλεισμένο εκείνον τον αγά και να τον βάλει κάπου ψηλά να του φιλάμε το Άγιο χέρι που ξύπνησε τον γονότυπο του Επαναστάτη στην ψυχοσύνθεση του Θοδωράκη που μέχρι τότε αντιμάχονταν και πολεμούσε με τον γονότυπο του υπόδουλου που μόνο μέλημά του έχει απλά την επιβίωση.

Γιατί αν εκείνο το χέρι, εκείνη την ημέρα, δεν είχε συναντήσει το μάγουλο του Θοδωρή, εκείνος ίσως να μην ορκίζονταν ότι στην Τρίπολη θα ματαπάει μονάχα ως Ελευθερωτής.   Και πραγματικά, Επανάσταση χωρίς επικεφαλής τον Κολοκοτρώνη δεν ξέρω ποια πορεία θα είχε.

Περιστατικό δεύτερο:

Έτος 1822, 200 χρόνια ακριβώς πριν, λίγα μέτρα μακριά από το σημείο στο οποίο βρισκόμαστε.

« ‘Έλληνες, βαπτιστήκαμε μια φορά στο λάδι, θα βαπτιστούμε και μια φορά στο αίμα για την Ελευθερία της Πατρίδας. Ο Θεός έβαλε την υπογραφή Του και δεν την παίρνει πίσω».

Ο Κολοκοτρώνης, έχει κατορθώσει να συμμαζέψει τ΄ ασυμμάζευτα. Έχει κατορθώσει την ώρα που οι πάντες έτρεχαν να κρυφτούν σαν τα ποντίκια,

«να σταθεί σαν το δέντρο που μάχετ’ ο άνεμος. Που το δέρνουν οι μπόρες μ’ ασάλευτο τον καρπό ετοιμάζει στα κλώνια»

που λέει κι ένα τραγούδι που τραγουδάμε στην Κύπρο.

Και παρά το γεγονός ότι τα σύννεφα του εμφυλίου σπαραγμού είχαν αρχίσει να ρίχνουν τις πρώτες τους ψιχάλες (σας στέλνω τριάντα χιλιάδες Τούρκους, μπας και ομονοήσετε είχε γράψει στην επιστολή του προς την Κυβέρνηση ο Οδυσσέας Ανδρούτσος), παρά το γεγονός ότι η Κυβέρνηση (ο Θεός να την κάνει) είχε καβαλήσει τα πλοία και βρίσκονταν αρόδο στον Αργολικό, παρά το γεγονός ότι ο γνωστός ναύαρχος Χάμιλτον που ενεργούσε ναυτικό αποκλεισμό του Ναυπλίου δήλωνε ότι αφού δεν υπάρχει πλέον συγκροτημένη κυβέρνηση οι Έλληνες δεν είναι τίποτε άλλο παρά τρομοκράτες και είναι υποχρεωμένος να λύσει τον αποκλεισμό και να αποχωρήσει, ο Κολοκοτρώνης στάθηκε εκεί Α Δ Ι Α Λ Λ Α Κ Τ Ο Σ.

Και τότε άπαντες κατάλαβαν ότι ο μόνος που είχε τα στομάχια να κάνει την δουλειά ήταν αυτός.

Δεν θέλω να σκέφτομαι τι θα ήταν η Επανάσταση χωρίς το Έπος των Δερβενακίων. Ίσως και να ήταν άλλο ένα αποτυχημένο κίνημα. Αλλά με ίσως δεν γράφεται η Ιστορία. Και η ιστορία γράφτηκε πριν 200 χρόνια στα διάσελα του Αη Σώστη και του Αγιονορίου, εκεί που λύγισαν και οι πιο γενναίοι. «Κουράγιο ωρέ Νικήτα. Τούρκους σφάζεις» είπε ο γενναίος των γενναίων.

Και η ιστορία, θα ξαναγραφτεί σε λίγο στα αποκαλυπτήρια του ανδριάντα του μεγάλου Έλληνα τα οποία είχαμε αποφασίσει το Φεβρουάριο του 1843. Δεν αργήσαμε πολύ. 179 χρόνια. Το καλό πράγμα άλλωστε αργεί να γίνει.

Αλλά ευτυχώς που αργήσαμε, γιατί αλλιώς δεν θα ήμασταν παρόντες.

Περιστατικό τρίτο:

       Ο Εμφύλιος δυστυχώς δεν αποφεύχθηκε.

Και καλό θα ήταν ένα από τα επόμενα έτη, που όπως λέει κι ο Πρόεδρος είναι γεμάτα διακοσάχρονα, να ασχοληθούμε σοβαρά με τους εμφύλιους σπαραγμούς που όπως είπε κι ο Γέρος αν δεν υπήρχαν, θα φτάναμε στην Πόλη. Την Κωνσταντινούπολη.

       Θέλησα να φρεσκάρω τη μνήμη μου προκειμένου να συγγράψω τις γραμμές αυτές και δεν σας κρύβω πως από τα όσα διάβασα ότι κάναμε οι Έλληνες εναντίον Ελλήνων, λίγο έλειψε να σιχαθώ το γένος μας.

       Αλλά όπως ο καλός Θεός προκειμένου να γλιτώσει τον άνθρωπο από το προπατορικό αμάρτημα έστειλε στη Γη τον ίδιο του τον Υιο , έτσι και για λυτρώσει το Ελληνικό γένος από τα όσα κακά έκανε στους Εμφυλίους της Επανάστασης, είχε φροντίσει να αποστείλει το Σκεύος Εκλογής Του. Κι αυτό δεν ήταν άλλο από τον Μέγα Θοδωρή Κολοκοτρώνη ο οποίος ανέβηκε τον δικό του Γολγοθά «ίνα άρει τας αμαρτίας των Ελλήνων».

       Έπεσε σε κατάθλιψη λόγω της δολοφονίας του Πάνου. Έστειλαν 4.000 στρατό να τον έβρει και να τον τιμωρήσει κι αυτός κρυβόταν για να γλιτώσει και να σκεφθεί. Και είμαστε σίγουροι πως σε κάποια από τις ατελείωτες στιγμές μοναξιάς του θα ψέλλισε (απελθέτω απ΄ εμού τω ποτηρίω τούτω).

Αποφάσισε όμως να παραδοθεί.

Πήγε στο Ναύπλιο, άκαπνοι μισθοφόροι του παίρνουν τ’ άρματα, τ’ άλογο και τη στολή (διεμερίσαντο τα ιμάτια αυτού και επί τον ιματισμόν του έβαλον κλήρον).

Κάποιοι φίλοι του, πρότειναν να κάνουν έφοδο με τα σπαθιά να τον ελευθερώσουν, αλλά αυτός δεν δέχθηκε (βάλε τν μάχαιραν ες τν θήκην· τ ποτήριον δέδωκέ μοι πατήρ, ο μ πίω;)

Αποφάσισαν να τον εξορίσουν στην Ύδρα. Στη διαδρομή ένα πλήθος βαλτούς του εκτελεστικού τον φτύνουν, τον γιουχαΐζουν, τον χτυπούν. Γυρίζει και τους λέει: «Κρίνετε εσείς αν μου πρέπει τέτοια ντροπή» (τί με δέρεις;)

Εκεί στο Μοναστήρι του Προφ. Ηλία στην Ύδρα, έλαβε χώρα η εις Άδου κάθοδος του Γέρου. Μέχρις ότου ένα όνομα ακούστηκε.

Ιμπραήμ.

Έγιναν προσπάθειες να ανακοπεί η προέλαση του Αιγύπτιου. Για σκέψεις απελευθέρωσης του Γέρου ούτε κουβέντα. Βλέπετε, είδαν κι έπαθαν να τον συλλάβουν χωρίς ο λαός να επαναστατήσει. Αλλά στο τέλος αναγκάστηκαν να αποταθούν στο παιδί για όλες τις δουλειές.

Ο Κολοκοτρώνης Αναστήθηκε και μαζί του έβγαλε από τον Άδη και τον τότε σύγχρονο Αδάμ, ολόκληρο το Έθνος δηλαδή.

Κατά την επιστροφή του από την Ύδρα, συγχώρεσε συνειδητά τους εχθρούς του λέγοντας ότι όλα του τα κρίματα τα έριξε στη θάλασσα. Κάποιοι απλοί άνθρωποι τον ρώτησαν τι να κάνουν. Και τους απάντησε να ανοίξετε μια τρύπα κι εκεί μέσα να ρίξετε κι εσείς τα δικά σας.

Έκανε ακριβώς το ίδιο με τον Θεμιστοκλή και τον Αριστείδη πριν την Ναυμαχία της Σαλαμίνας.

Και αυτό είναι το τρίτο κρίσιμο γεγονός. Διότι αν ο Κολοκοτρώνης, έβαζε τη θλίψη από το χαμό του Πάνου, και τον εγωισμό του πάνω απ’ το καλό της Πατρίδας, ο Ιμπραήμ απλά θα ισοπέδωνε τα πάντα.

Επίλογος

Στεκόμαστε λοιπόν εδώ και όσο περισσότερο ομιλούμε για τους ηρωισμούς των προγόνων, τόσο περισσότερο μικροί και τιποτένιοι αισθανόμαστε ενώπιόν τους. Αλλά τελικά αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα της γενιάς μας.

Ξέρετε, το να διατηρούμε απλά τη Μνήμη, το ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ δλδ που λέμε και στην Κύπρο, είναι το ένα κομμάτι του χρέους.  Θα μου πει κάποιος, μέσα σε όλη την ηθική κατάπτωση, το να διατηρείς τη Μνήμη είναι λίγο; Όχι δεν είναι. Αλλά δεν φτάνει.

Αυτό που λείπει είναι μια νέα Μεγάλη Ιδέα. Είναι συνεχώς να λέμε ο καθένας στον εαυτό του και στους γύρω του, ότι ΘΥΜΑΜΑΙ, ΤΙΜΩ αλλά θα ΞΕΠΕΡΑΣΩ.

Αγαπητοί, μετά την Ναυμαχία της Έλλης το Δεκέμβριο του 1912 και της Λήμνου έναν μήνα αργότερα, ρώτησαν τον Ναύαρχο Κουντουριώτη τι τον έπιασε και έπλεε μόνος του πάνω στο Αβέρωφ εναντίον του πανικόβλητου οθωμανικού στόλου. Κι αυτός απάντησε: Έβλεπα τον παππού μου και τον Μιαούλη στην είσοδο των Στενών να με καλούν.

Φαντάζομαι συμφωνούμε όλοι  πως τον Κουντουριώτη στα Στενά δεν τον καλούσε ο παππούς του, αλλά η βαθύτατη επιδίωξή του να ξεπεράσει τον παππού του. Για αυτό και εκείνο το Επικό Ναυτικό Σήμα.

«Πλέω μεθ’ ορμής ακαθέκτου και με την πεποίθησιν της Νίκης εναντίον του εχθρού του Γένους».

Γιατί ο Κουντουριώτης ήθελε να μείνει στην ιστορία ως καλύτερος από τον παππού του.

Θα μου πει κάποιος πάλι, ότι στη σύγχρονη εποχή αυτά δεν γίνονται. Θα του απαντήσω πως μόνο του σπανού τα γένια δεν γίνονται.

Ήδη η γενιά μας, αυτή η γενιά που υποτιμούμε, πριν δυο χρόνια έγραψε ιστορία. Ακριβώς 2.500 χρόνια μετά τη Μάχη των Θερμοπυλών κατεβάσαμε τα ρολά στον Έβρο και ακριβώς 2.500 χρόνια μετά την Ναυμαχία της Σαλαμίνας, τους τρυπήσαμε την Ναυαρχίδα (Μεθ’ ορμής ακαθέκτου) 100ν.μ νοτίως του Καστελλορίζου.

Αν καταφέρουμε μάλιστα να μείνουμε ενωμένοι και να ΜΗΝ διχαστούμε, θα είμαστε η μοναδική γενιά στην Ελληνική Ιστορία που και θα νικήσουμε και δεν θα φαγωθούμε μεταξύ μας. Θα είμαστε οι κάρρονες όλων.

Σεβαστέ Πρόεδρε του «Κοινόν Πελοποννησίων» και της «Εταιρείας Ελλήνων Ευεργετών» κ. Ανάστο Δημητρόπουλε , αγαπημένε φίλε Γενικέ Διευθυντή του ¨Κοινόν Πελοποννησίων» κ. Αντρέα Νικολόπουλε Κορμά και αγαπημένε φίλε Επικεφαλής της Νεολαίας του «Κοινόν Πελοποννησίων» κ. Δημήτριε Βερδελή, θέλω να σας πω ότι ήδη στα παιδιά μου λέω ότι στα 200 χρόνια από την σημαντικότερη μάχη της Εθνεγερσίας ήμουν ένας εκ των ομιλητών (και αν δεν ήταν μικρά στην ηλικία θα ήταν κι αυτά μαζί μας) και θα το λέω στα παιδιά των παιδιών μου όταν έρθει η ώρα, γιατί η τιμή που κάνατε στην οικογένειά μου είναι ΤΕΡΑΣΤΙΑ.

Σας ευχαριστώ και συγγνώμη που σας κούρασα με την πολυλογία μου.


Οι ομιλητές της δεύτερης θεματικής ενότητος της ημερίδας, με θέμα τον ΘΕΟΔΩΡΟ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ

Η επίσημη αφίσσα της Ημερίδας

Απάντηση