Η ανάγκη του να έχεις έναν εχθρό!

Γράφει ο Γεώργιος Τορνικάντης,


Μετά τα εξαιρετικά δοκίμια του μοναδικού και εκκεντρικού Γερμανού φιλοσόφου, Άρθουρ Σόπενχαουερ, ‘’Η τέχνη του να έχεις πάντα δίκιο’’, ‘’Η τέχνη να του ζεις με τις γυναίκες’’ και ‘’Η τέχνη του να είσαι ευτυχισμένος’’, κλίνομαι από την εθνική μου συνείδηση και την ιστορική ανάγκη να γράψω ένα κείμενο εμπνεόμενος από τον μεγάλο Γερμανό διανοούμενο και από τον μεγάλο Τούρκο γείτονα, για την αναγκαιότητα ενός έθνους να έχει έναν εχθρό απέναντι του ως αντίπαλο ιστορικό δέος και γεωπολιτικό ανταγωνιστή και ως φιλοσοφικό αρχέτυπο και ψυχολογικό τύπο με σκοπό τον προσδιορισμό και την εξέλιξη της εθνικής και πολιτισμικής του προσωπικότητας.

Η Ιστορία, η Φιλοσοφία και η Θρησκεία έχουν αποδείξει στο πέρασμα των αιώνων πως η εμφάνιση ενός δυναμικού και επεκτατικού εχθρού στα σύνορα της χώρας αποτελεί πάντα μία αφορμή ενοποίησης του συνήθως διχασμένου εθνικού σώματος  από ιστορικής πλευράς, η αντίληψη της ζωής, του ανθρώπου και του κόσμου από τον εχθρό λαμβάνεται από το αμυνόμενο έθνος ως συμπαντικό κακέκτυπο και Ύβρις της Φύσεως και του Κόσμου από φιλοσοφικής θεώρησης, ενώ η έλευση ενός βίαιου και απειλητικού κατακτητή στο φιλήσυχο και φιλήδονο έθνος ερμηνεύεται ως ‘’η προσωποποίηση του κακού’’ και η κατά Θεού παραχώρηση του πολέμου ή της απειλής με σκοπό την επιστροφή του δημιουργικού και ένθεου έθνους στις πατροπαράδοτες αξίες του από θρησκευτικής επεξήγησης.

Η ιστορική αναγκαιότητα του εχθρού

Στον αρχαίο ελληνικό κόσμο υπήρχαν ανεξάρτητες πόλεις – κράτη, τα οποία το καθένα είχε τις δικές του αρχές, νόμους και πολιτεύματα και παρόλο που όλα τους άνηκαν στον ευρύτερο ελληνικό φυλετικό και πολιτισμικό οικογενειακό κύκλο δεν διέθεταν ενιαίο κράτος, ούτε ενιαίο πολιτειακό μοντέλο παρά μόνο τους αθλητικούς αγώνες και τα κοινά μυστήρια των ναών με αποτέλεσμα να αναδύονται συνεχώς γεωγραφικές κατακτήσεις εις βάρος των γειτόνων, γεωπολιτικοί ανταγωνισμοί, πολιτικές επιδιώξεις και προσωπικές φιλοδοξίες ανεξαρτήτως ιδεολογίας και πολιτεύματος, με κυρίαρχες πόλεις την ναυτική Αθήνα και την χερσαία Σπάρτη. Η αρχή της παύσης του ελληνικού εμφυλίου ήρθε όταν εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στο ιστορικό προσκήνιο οι Πέρσες, η μεγαλύτερη αχανής αυτοκρατορία της Ασίας με δεκάδες έθνη στο εσωτερικό της και τεράστια αποθέματα σε υλικό εξοπλισμό και σε ανθρώπινο δυναμικό και απαίτησαν από τους Έλληνες την υποταγή τους. Αυτό όπως ήταν αναμενόμενο για τα ιστορικά δεδομένα και για τον αξιακό κώδικα των Ελλήνων ήταν αδιανόητο δεδομένου ότι οι Έλληνες στην πλειοψηφία τους είχαν μάθει πως η ελευθερία του ανθρώπου και της πόλης τους έγκειται στον πατριωτισμό ή αλλιώς ‘’τοπικό πατριωτισμό’’ των πολιτών της και στην άρνηση τους να δεχθούν οποιαδήποτε ξένη δύναμη ως αρχή, δεδηλωμένης ως ξένης ακόμη και αυτή που προερχόταν από την διπλανή πόλη.

Η έννοια της ελευθερίας και του πολίτη ήταν οι δύο θεμελιώδεις αξίες που οδήγησαν τους Έλληνες σε ενότητα και συμμαχία μεταξύ τους, παραμερίζοντας προσωρινά ιστορικές αντιπαλότητες και προσωπικές φιλονικίες, με σκοπό την αναχαίτιση της περσικής πολυπληθής εισβολής και την υπεράσπιση των εστιών και βωμών της ενιαίας κοινής πατρίδος και των εννοιών και αξιών του Ελληνικού Πολιτιστικού Αγαθού. (Α.Ε.Π.)

Στο σύγχρονο κόσμο, η νέα Ελλάδα ως ιστορικό και πολιτιστικό υποκείμενο βρίσκεται στην ίδια θέση με την ‘’γιαγιά’’ της, την αρχαία, ‘’μητέρα’’ θα καλούσαμε την βυζαντινή, να καλείται από την Μούσα της Ιστορίας, Κλειώ να ενοποιηθεί ως έθνος και να συντονίσει όλες τις δυνάμεις σε όλους τους τομείς, π.χ. πολιτική, οικονομία, στρατό, διπλωματία, κ.α. παραμερίζοντας τις επιφανειακές διαφορές και τις κομματικές έριδες για την υπεράσπιση του εναέριου και υδάτινου ζωτικού της χώρου από τις τουρκικές ογκώδεις δυνάμεις και τις ιδέες της ελευθερίας, της ανεξαρτησίας και της δημοκρατίας σε ένα μεταβαλλόμενο πολιτικοιστορικό περιβάλλον που καταργεί ατομικές και κοινωνικές ελευθερίες, την εθνική ανεξαρτησία και την δημοκρατία πολιτών παίρνοντας τη μορφή ασιατικού δεσποτικού καθεστώτος.

Η γεωπολιτική ευκαιρία

Η Ελλάδα έχει βρεθεί πολλές φορές στην ιστορία της σε γεωπολιτικά διλήμματα και ευκαιρίες. Τις περισσότερες φορές κατάφερνε να παίρνει τη σωστή θέση στην Ιστορία αλλά την λανθασμένη θέση στο Μάρκετινγκ, δηλαδή να μην ‘’πουλάει’’ σωστά τον εαυτό της και να μην λαμβάνει το σωστό αντίτιμο με βάση την προσφορά της και την συμμετοχή της. Αυτό το είδαμε κυρίως στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και το βιώσαμε στις αρχές του 21ο αιώνα. Η Ελλάδα είχε την γεωπολιτική ευκαιρία να τελειώσει το θέμα ‘’Τουρκία’’ το 1920 με την μικρασιατική εκστρατεία, λόγω όμως του εθνικού διχασμού στην κυρίως Ελλάδα, την διάσπαση του εθνικού κοινωνικού σώματος σε δύο πλευρές, την πολιτική και την στρατιωτική, και μία σειρά λανθασμένων πολιτικών, στρατιωτικών και διπλωματικών επιλογών, τα οποία δεν είναι της παρούσης να αναφερθούν, ο ελληνικός στρατός αντί να οδηγηθεί ως απελευθερωτής στην Μικρά Ασία, έφυγε σαν φυγάς από τα ιερά χώματα της Ιωνίας και η μικρασιατική εκστρατεία από έπος μετατράπηκε ιστοριογραφικά σε τραγωδία όπου οι πληγές παραμένουν ανοικτές σε ιστορικό, γεωπολιτικό και ψυχολογικό πλαίσιο.

Η πατρίδα μας είναι μια χώρα ναυτική, εξωστρεφή και επιχειρηματική, ακολουθώντας το παράδειγμα της αρχαίας Αθήνας με κυρίαρχη τάξη των επιχειρηματιών και των καλλιτεχνών, θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα νέο πολιτιστικό μοντέλο και να εφαρμόσει μία νέα γεωστρατηγική, η οποία θα αποσκοπούσε στην εξέλιξη του Αιγαίου Πελάγους σε ‘’Ελληνική Λίμνη’’ και του εναέριου χώρου του σε ‘’Ελληνικό Ουρανό’’ εξοβελίζοντας την τουρκική διείσδυση και τους αναθεωρητές συμμάχους της.

Κάθε έθνος – κράτος έχει το δικαίωμα να ταχθεί σε όποιο γεωπολιτικό στρατόπεδο επιθυμεί και πληροί τις επιδιώξεις του ή τις φαντασιώσεις του επικαλούμενο το δίκαιο του ισχυρού, το δίκιο του ‘’τρελού’’ ή παλαιές ιστορικές συνθήκες. Το ίδιο αναφαίρετο δικαίωμα διαθέτει και η Ελλάδα ως έθνος – κράτος και ως γεωπολιτικό ιστορικό υποκείμενο. Ο προσδιορισμός του ελληνικού κρατικού οργανισμού ως δύναμη σταθερότητας ή ως αναθεωρητική δύναμη, δηλαδή ως κρατική δύναμη, η οποία διατηρεί το καθεστώς στο Αιγαίο ως έχειν ή κρατική δύναμη η οποία αναθεωρεί και μεταμορφώνει το Αιγαίο σε κλειστή λίμνη.

Στις αρχές του 20ου αιώνα ο Ελληνισμός έχασε μία μεγάλη γεωπολιτική ευκαιρία. Η κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έδινε στην Ελλάδα να διεκδικήσει το δικό της μερίδιο με βάσει τον πληθυσμό, τις κοινότητες και τα ιστορικά δίκαια. Δυστυχώς για την Ελλάδα αλλά και για την χριστιανική Δύση, οι μεγάλες δυτικές δυνάμεις δεν ήθελαν ένα ανεξάρτητο ελληνικό κράτος και δεν ήταν διατεθειμένες να της επιτρέψουν να ενσωματώσει περιοχές υψηλής γεωστρατηγικής σημασίας, όπως Κωνσταντινούπολη, Τραπεζούντα ή βόρεια της Σμύρνης (αρχαία Τροία).
Αυτό όμως που δεν ήταν εφικτό και συμβατό με τα συμφέροντα των δυτικών δυνάμεων τότε, μπορεί να είναι ευκαιρία και προσοδοφόρο σήμερα.

Η Ορθόδοξη Ελλάδα πρέπει να πείσει τα χριστιανικά κράτη της Ευρώπης (συμπεριλαμβανομένης και της Ρωσίας) και να τα ενώσει για την γεωπολιτική αναγκαιότητα του εκμηδενισμού του τουρκικού κράτους προσλαμβάνοντας χαρακτήρα πανευρωπαϊκού πνεύματος και με σημαία τα ιδεώδη  της  δημοκρατίας, του πολιτισμού και του κοινού ελληνικού πνεύματος δίνοντας στους δυτικούς εταίρους να επανορθώσουν για την ‘’ιστορική αδικία’’ εις βάρος μας και να επαναπροσδιορίσουν τον Τούρκο από πιστό και αναγκαίο σύμμαχο σε άπιστο, αναξιόπιστο και αλλόθρησκο εχθρό της Ευρώπης και της Χριστιανοσύνης, των συμφερόντων των εθνών και των αξιών του πολιτισμού μας στο μεταβαλλόμενο και απρόβλεπτο γεωπολιτικό περιβάλλον που διαμορφώνεται…

H φιλοσοφική αντίληψη περί βαρβάρων

Η Ελλάδα ως γενεσιουργός γεωγραφικός χώρος ιδεών, φιλοσοφικών σχολών και ελεύθερης σκέψης τοποθέτησε τις θεμελιώδεις βάσεις του παγκόσμιου πολιτισμού, δείχνοντας στον υπόλοιπο γνωστό και άγνωστο κόσμο, τον τρόπο ελληνικού τρόπου ζωής και σκέψης μέσα από διαφορετικά μονοπάτια αναζήτησης της αλήθειας, της ευδαιμονίας και της εσωτερικής γαλήνης. Οι φιλοσοφικές σχολές των μεγάλων μυστών της εσωτερικής αλήθειας και αφύπνισης, π.χ. Σωκράτης, Πλάτων, Αριστοτέλης, Πυθαγόρας, Ηράκλειτος, Επίκουρος, κ.α. δίδαξαν την δική τους μέθοδο και τον δικό τους αξιακό σύστημα αναζήτησης του βαθύτερου εαυτού, παρ’ όλο τις ιδεολογικές διαφορές και τις αντικρουόμενες αναφορές, κατέληξαν όλοι τους σε ένα συγκεκριμένο συμπέρασμα, το οποίο αποτυπώθηκε με το γνωστό απόφθεγμα: ‘’Πας μη Έλλην, βάρβαρος’’.

Το ‘’Πας μη Έλλην, βάρβαρος’’ περιείχε πολιτιστική και ηθική σημασία με υποβόσκουσες φυλετικές βάσεις, επισημαίνοντας πως όλες οι ελληνικές φυλές, δεδομένου της φυλετικής τους ομοιογένειας και του κοινού ελληνικού πολιτισμού, ήταν πολιτισμένες, αποκλείοντας ευλόγως όλους τους αλλόφυλους πληθυσμούς από τον Κύκλο του Πολιτισμού, επειδή ο πολιτισμός τους ήταν κυρίως τεχνικής και υλικής φύσεως και αδυνατούσαν να κατανοήσουν τον βαθύ ελληνικό τρόπο ζωής και σκέψης και να συλλάβουν έννοιες και ιδέες που κυμαίνονταν σε άλλες νοητικές σφαίρες. Αυτό ίσχυε και για ορισμένα ελληνικά φύλα που είχαν απομονωθεί από τον ελληνικό πολιτισμό λόγω γεωγραφικού αποκλεισμού ή λόγω τοπικής αντίληψης, ακόμα και Έλληνες της εποχής, οι οποίοι υιοθετούσαν ξένο τρόπο ζωής και συμπεριφοράς χαρακτηρίζονταν ως ‘’βαρβαρίζοντες’’.

Επομένως, το αρχαίο ελληνικό απόφθεγμα των προγόνων μας δεν έχει τόση μεγάλη σημασία και ουσία λόγω της φυλετικότητας αλλά λόγω της εθνικότητας και της πολιτισμικής αξίας.

Είμαστε Έλληνες κι όχι βάρβαροι, επειδή σκεφτόμαστε, αναλύουμε και δημιουργούμε!
Είμαστε Έλληνες κι όχι βάρβαροι επειδή διαθέτουμε έναρθρο λόγο, ελευθερία έκφρασης και κριτική σκέψη!
Είμαστε Έλληνες κι όχι βάρβαροι επειδή πολεμάμε για την ελευθερία, για την πατρίδα και για τις πανανθρώπινες αξίες!

Ο βάρβαρος στον αρχαίο ελληνικό κόσμο συμβόλιζε και εκπροσωπούσε το αντίθετο του πολιτισμένου ανθρώπου. Ήταν ένα κακέκτυπο του ανθρώπινου όντος μέσα στον κόσμο, το οποίο αδυνατούσε να κατανοήσει τον ρόλο του μέσα στο σύμπαν και να ανακαλύψει την εσωτερική και εθνική του αποστολή στην ιστορία της γης.
 
Στην Ελληνική Μυθολογία, μπορούμε να διακρίνουμε αυτό το εσωτερικό μήνυμα και από τον μύθο της ανθρωπογέννησης, όταν οι Τιτάνες κατασπάραξαν τον θεό Διόνυσο, ο Δίας τους κατακευραύνωσε, μέσα από τις στάχτες των Τιτάνων γεννήθηκαν οι άνθρωποι και επειδή ήταν από τις στάχτες τους (σώμα) έφεραν την τιτάνια ύλη μέσα τους αλλά επειδή οι Τιτάνες γευτεί το αίμα τον θεού Διόνυσου, οι άνθρωποι έφεραν και το θεϊκό στοιχείο μέσα τους (πνεύμα) με αποτέλεσμα οι άνθρωποι να έχουν και γήινη και ουράνια υπόσταση και να καλούνται στην ζωή στη γη να καταπολεμήσουν της τιτάνια μοχθηρή και ζηλόφθονη φύση τους και να αναδείξουν την ουράνια, δημιουργική και γαλήνια καταγωγή τους.
Για την ιστορία της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας, ο θεός Διόνυσος αναστήθηκε από τους θεούς και πήρε μία θέση στον Πάνθεον.

Το διδακτικό αυτό μήνυμα το αντιμετωπίζουμε και στην σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα, ως Έλληνες και ως άνθρωποι, ως έθνος και ως κράτος. Ο σημερινός βάρβαρος είναι ο Τούρκος και ο πολιτισμένος άνθρωπος απέναντι του είναι ο Έλληνας και ο ευρωπαϊκός κόσμος από πίσω του.  Ο Τούρκος ως εχθρός μας είναι ιδιαίτερα χρήσιμος και παιδαγωγικός ώστε να μας κάνει να καταλάβουμε σίγουρα ποιοι δεν είμαστε και τι δεν θέλουμε να γίνουμε και μέσω της ανάγνωσης της ιστορίας και της διδαχής της φιλοσοφίας να βρούμε ποιοι είμαστε ως λαός και έθνος και να εκπληρώσουμε την πολιτισμική και ιστορική αποστολή μας.

Κατά το ιστορικό παρελθόν μας αυτό έχει ξαναγίνει δύο φορές, το 1204 και το 1453.
Την πρώτη φορά οι Έλληνες συνειδητοποίησαν με τον χειρότερο τρόπο πως ο δόλιος και ύπουλος εχθρός ήταν οι Φράγκοι και η Δύση και αντιλήφθηκαν τον εθνικό τους εαυτό, όχι απλά ως χριστιανοί, αλλά ως Χριστιανοί Ορθόδοξοι της Ανατολής τοποθετώντας τον δυτικό χριστιανό ως ένα κακέκτυπο χριστιανού.
Την δεύτερη, με την οριστική κατάλυση του βυζαντινού κράτους, οι Έλληνες διήνυσαν πολλούς αιώνες για την απόκτηση της ολοκληρωμένης εθνικής τους συνειδητοποίησης και την διαφοροποίηση τους από τον βάρβαρο κατακτητή προσδιοριζόμενοι ως Έλληνες το γένος, Χριστιανοί στο θρήσκευμα και ‘’Ρωμιοί’’ στον πολιτισμό θέτοντας τον Τούρκο ως τον κακό τους εαυτό με παραλλαγές αυτές του ραγιά και του κοτζαμπάση.

Ο Περικλής Γιαννόπουλος το είχε πει το περασμένο αιώνα στον Ελληνισμό:
‘’ελληνική φυλή, μεγαλύτερος εχθρός σου, είναι ο εαυτός σου’’, δηλαδή ο ‘’τούρκος’’ που φωλιάζει μέσα σου.

Ο ψυχισμός του αμυνόμενου και του επιτιθέμενου.


Η ψυχολογία είναι ένας πολύ βασικός παράγοντας στην διεξαγωγή του πολέμου, είτε πρόκειται για αμυντικό, είτε για επιθετικό. Και στις δύο περιπτώσεις, είναι απαραίτητη η ομοψυχία του έθνους και ταύτιση της ‘’γεωπολιτικής τριάδας’’ του Clausewitz, (κυβέρνηση, στρατός, λαός), ειδάλλως η έκβαση του πολέμου ή η άμυνα της πατρίδος δεν πρόκειται να είναι επιτυχής.

Για τον αμυνόμενο, στην συγκεκριμένη περίπτωση της Ελλάδος, απαιτείται ένας ορθός συντονισμός των ενόπλων δυνάμεων, των διπλωματικών σωμάτων και των πολιτικών μέσων με διέγερση του εθνικού αισθήματος και την κινητοποίηση των Ιδεών και Αιών του Ελληνισμού ως πολιτιστικού παράγοντα της Ιστορίας και ως γεωπολιτικού εγγυητή της ειρήνης στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Το ηθικό πλεονέκτημα βρίσκεται πάντα στον αμυνόμενο, ο οποίος αισθάνεται πως βάλλεται αδίκως και καταβάλλεται από προσωρινό πανικό, όμως εξοπλίζεται ηθικά και συνειδησιακά πως αυτός έχει το δίκιο και πως καλείται από το καθήκον να γράψει κι αυτός στο βιβλίο της ιστορίας.
Οι ιδέες της τιμής, της αξιοπρέπειας, της τόλμης και της αρετής διεγείρουν τον ανθρώπινο οργανισμό και τα συναισθήματα του αμυνόμενου εναλλάσσονται μέσα του προκαλώντας του την βαθιά ψυχική ανάγκη να δώσει στον επιτιθέμενο το μάθημα που του αξίζει.

Για τον επιτιθέμενο, στη συγκεκριμένη περίπτωση της Τουρκίας, η κατάσταση είναι πιο εύκολη και πιο ξεκάθαρη, όχι γιατί αυτή είναι η πραγματικότητα αλλά γιατί η αντίληψη της πραγματικότητας και των δυνατοτήτων του επιτιθέμενου, έχουν αλλοιωθεί και παραμορφωθεί από την αλαζονεία του ηγέτη της και το τυφλό μίσος του λαού εναντίον του αντίπαλου έθνους. Πέρα της σταθερής και βαθιάς στρατηγικής που έχει προετοιμαστεί από τον επιτιθέμενο τα τελευταία χρόνια ώσπου να βρει την ιστορική στιγμή και την κατάλληλη ευκαιρία για να πλήξει τον εχθρό και να διεκδικήσει την γη του και το ύδωρ του, απαιτείται ένα κρατικό αφήγημα για την κακοδαιμονία όλων των δεινών του και τα εσωτερικά κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα της κοινωνίας του, σε αυτή την περίπτωση ‘’φταίνε οι Γραικοί και τα νησιά του Αιγαίου που είναι πολύ κοντά τους αλλά είναι ελληνικά’’.
Ο επιτιθέμενος λαός δεν έχει τις αρετές του πολέμου μαζί του, ούτε τον Θεό στο πλευρό του. Έχει μίσος, φανατισμό, αλαζονεία και υπεροψία που κατακλύζουν το εσωτερικό του πυρήνα με αποτέλεσμα να μην μπορεί να προβεί σε λογικά συμπεράσματα και να αξιολογήσει σωστά τις δυνατότητες του, τις αδυναμίες του αντιπάλου και το περιβάλλον γύρω του. Και αυτή συνήθως αποτελεί την αχίλλειος πτέρνα του.  

Η σωστή διαχείριση των συναισθημάτων, η ορθή κρίση και ακριβής δράση των ενόπλων δυνάμεων, εσωτερικών και εξωτερικών του έθνους μας, μπορούν να στρέψουν την δυναμική και επιθετική πολιτική της τουρκικής πλευράς εις βάρους τους εκτοπίζοντας τους γείτονες στο εσωτερικό της χώρας τους και να βλέπουν την θάλασσα με τα κιάλια πλέον από την Άγκυρα.

Ο Θουκυδίδης είχε πει πως:
‘’Η οργή και η βιασύνη είναι κακοί σύμβουλοι για την λήψη μίας σωστής αποφάσης’’.
Ελπίζω οι Έλληνες πολιτικοί και στρατιωτικοί να διαβάζουν Θουκυδίδη, διότι οι ξένοι διαβάζουν σίγουρα…

Συμπέρασμα

Ο Τούρκος είναι μια μοναδική και ιστορική ευκαιρία για τον Έλληνα ώστε να επαναξιολογήσει συμμαχίες και φιλίες, να αντιμετωπίσει το ιστορικό του παρελθόν, το οποίο δεν τον εγκατέλειψε ποτέ και τον ακολουθούσε σαν σκιά του σε κάθε του ιστορικό βήμα, να επανεκτιμήσει τον εθνικό του εαυτό και τον εθνικό του πολιτισμό και να διεισδύσει στον βαθύτερο ψυχικό του κόσμο με σκοπό να εξολοθρεύσει τον βάρβαρο μέσα του και να αναδυθεί μέσω της πνευματικότητας και της παιδείας ο πραγματικός του ελληνικός εαυτός, ο Έλληνας δημιουργός, παραγωγός και μαχητής.

Για τον σημερινό Ελληνισμό, ο εχθρός είναι αφορμή υπαρξιακού προσδιορισμού του στο ιστορικό πλαίσιο, στο γεωπολιτικό περιβάλλον, στη φιλοσοφική σφαίρα και στον ψυχολογικό πόλεμο του σύγχρονου κόσμου.

Απάντηση