Πουτινισμός, Ντουγκινισμός και Ευρασιανισμός (μέρος γ’)


Γράφει ο Γεώργιος Τορνικάντης,

Στα προηγούμενα δύο μέρη αναφερθήκαμε στα δύο κεντρικά πρόσωπα που απαρτίζουν την τριλογία του άρθρου, στον Πρόεδρο Βλαδίμηρο Πούτιν και στον φιλόσοφο Αλέξανδρο Ντούγκιν, τον πρώτο να παρουσιάζεται ως βούληση της Ρωσίας και τον δεύτερο να προβάλλεται ως το πνεύμα της σύγχρονης Ρωσίας. Στο τρίτο και τελευταίο μέρος θα αναλύσουμε την ιδέα του Ευρασιανισμού και θα διεισδύσουμε στο γεωπολιτικό μυστήριο που κρύβεται πίσω από την θεωρία αυτή αλλά και κάτω από την ευρασιατική γη ανά τους αιώνες.

Οι υποστηρικτές της Ευρασίας

Η ιδέα του Ευρασιανισμού δεν είναι νέα στο ιδεολογικό και φιλοσοφικό πεδίο, ούτε στην ιστορία της ανθρωπότητας. Αν κάποιος διαβάσει την ιστορία της Ευρώπης, και ιδίως της Ελλάδος από τα αρχαία χρόνια, θα συνειδητοποιήσει πως τα ελληνικά φύλα στο παρελθόν αναζήτησαν ζωτικό χώρο ανατολικά και πέρασαν στην απέναντι πλευρά του Αιγαίου Πελάγους δημιουργώντας αποικίες και πόλεις στα παράλια της Μικράς Ασίας και στην ενδοχώρα σε ορισμένες περιπτώσεις για την αναζήτηση ενός καλύτερου βιοτικού επιπέδου, την εύρεση νέων πόρων και την ζωτική ανάγκη νέων οικισμών και κοινοτήτων. Οι ελληνικές αποικίες διατηρούσαν τις περισσότερες φορές καλές και ‘’αδελφικές’’ σχέσεις με τις μητροπόλεις, μέσω του εμπορίου, των γραμμάτων και των τεχνών, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές όπου οι αποικίες ξεπέρασαν σε καλλιτεχνική φήμη την πόλη καταγωγής τους και δημιούργησαν εστίες πολιτισμού αξεπέραστες και αξιοθαύμαστες σε όλο τον τότε γνωστό κόσμο.
Αυτή την γεωπολιτική κίνηση μιμήθηκαν χιλιάδες χρόνια μετά τα ευρωπαϊκά έθνη στην Αφρική και στην Ασία, με την ειδοποιό διαφορά ότι οι Ευρωπαίοι δεν επέτρεπαν η αποικία να ξεπεράσει σε πολιτισμό και αξία την μητρόπολη και δεν παρέδιδαν την αυτονομία της σκέψεως και της δημιουργίας στον ντόπιο λαό αν το αξιακό του σύστημα δεν ταυτιζόταν με τους άρχοντες και τους αποικιοκράτες.
Από την άλλη πλευρά της ιστορίας και της Ευρασίας, τον ίδιο τρόπο ακολούθησαν και τα ασιατικά φύλα, κυρίως μογγολικά και τουρκικά, τα οποία στην ανάγκη ζωτικού χώρου και επέκτασης της ισχύος τους και των εδαφικών τους προσδοκιών εισέβαλαν στην ευρωπαϊκή ήπειρο μέσω της Ελλάδος και της Ρωσίας από τα ανατολικά και κατέφθασαν μέχρι την κεντρική Ευρώπη.

Η ιστορία και η γεωπολιτική διδάσκουν πως ο πόλεμος των φυλών και των εθνών βρίσκεται ανάμεσα στις χερσαίες δυνάμεις, οι οποίες αναζητούν έξοδο προς την θάλασσα και στις ναυτικές δυνάμεις, οι οποίες αναζητούν πόρους στην ενδοχώρα.
Αυτό ακριβώς το γεωπολιτικό πρόβλημα και το ζήτημα επιβίωσης και ανάπτυξης έρχεται να επιλύσει η θεωρία του Ευρασιανισμού μεταμορφώνοντας τις δύο ηπείρους σε μία κοινή πολιτικοοικονομική ζώνη και σε μία νέα ένωση κοινών συμφερόντων, ιδεών και αξιών.


Οι ρίζες της Ευρασιατικής Ένωσης βρίσκονται στην τσαρική Ρωσία και στην Σοβιετική Ένωση. Στην τσαρική ιστορία το όραμα της Ευρασίας παρουσιάζεται στην αρχή ως Ορθόδοξο Τόξο και τον Τσάρο της Ρωσίας ως τον Ορθόδοξο Αυτοκράτορα και προστάτη των απανταχού χριστιανών ορθοδόξων όπου θα ανασυστήσει την ‘’Βυζαντινή Αυτοκρατορία’’, θα απελευθερώσει τους χριστιανούς σκλάβους από τον τουρκικό ζυγό και θα ανακαταλάβει την Βασιλεύουσα, Κωνσταντινούπολη, τοποθετώντας τον θρόνο του εκεί και μετατρέποντας την ξανά σε πρωτεύουσα του Ορθόδοξου Βασιλείου. Εκείνη την χριστιανική περίοδο η Ρωσία βρισκόταν στο απόγειο της δόξας της και της ιστορίας της εμπνεόμενη από την θεωρία της ‘’Τρίτης Ρώμης’’, βασιλευόμενη από άξιους και πιστούς αυτοκράτορες, τις περισσότερες φορές, θεοσεβείς και φιλόδοξους, ταυτόχρονα όμως και απόμακροι από τον λαό τους και επιρρεπείς σε κολακείες και επιρροές των αυλικών και του στενού βασιλικού περιβάλλοντος. Οι Έλληνες της εποχής εκείνης είχαν πιστέψει στην Ορθόδοξη Ρωσία και η Ρωσία είχε ευνοήσει και είχε στηρίξει εν μέρει τον απελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων.

Βαδίζοντα στο τέλος 19ου αιώνα, η πολιτική της Ρωσίας αλλάζει στρατηγική και ιδεολογικό προσανατολισμό και από τον θρησκευτικό και πολιτιστικό περνάει στον φυλετικό και πολιτιστικό, δηλαδή από την Ορθοδοξία στον Πανσλαβισμό. Στον Πανσλαβισμό, όλα τα σλάβικά έθνη είναι συγγενικά με το ρωσικό έθνος και όλες οι σλάβικες φυλές έχουν τις ρίζες τους στους αρχαίους Ρως, επομένως η Ρωσία ως το πιο ισχυρό, πολυπληθές και τεράστιο σε γη και έκταση βασίλειο και το μοναδικό ορθόδοξο έθνος που είναι ελεύθερο από κατακτητές, έχει το νόμιμο δικαίωμα ελέω Θεού, να κυβερνήσει τα υπόλοιπα έθνη της ανατολικής και νότιας Ευρώπης και να τα εντάξει στην Ρωσική Αυτοκρατορία με το ιδεολογικό πρόσχημα του Πανσλαβισμού. Η νέα γεωπολιτική γραμμή της Ρωσίας, με πρωτοπόρους το σλαβόφιλο κίνημα και προεξέχουσα την γεωπολιτική και φιλοσοφική φυσιογνωμία της εποχής, τον Νικολάι Ντανιλέφσκι, βρίσκει νέα ταυτότητα και ιστορική αποστολή για το ρωσικό έθνος, το οποίο είναι γεννημένο να επιτελεί κάτι μεγαλειώδες και κοσμοϊστορικό στην ανθρώπινη ιστορία κατά τον δυτικόφιλο φιλόσοφο Βλαδίμηρο Σολοβίεφ, εμφορούμενο από αντιδυτικισμό και αντιδιαφωτισμό και πιεζόμενο γεωστρατηγικά και γεωοικονομικά από τις ναυτικές δυνάμεις, την Βρετανία και την Γαλλία, αναζητώντας έξοδο στις θερμές θάλασσες.


Η θεωρία αυτή δεν βρήκε ιδιαίτερη απήχηση στα σλάβικά έθνη για δύο κυρίους λόγους:
Πρώτον, ο σλαβισμός δεν είναι φυλετικός προσδιορισμός αλλά γλωσσικός. Τα σλάβικά έθνη ομιλούν σλαβικά εν μέρει, αλλά οι γλώσσες τους διακρίνονται σε τρεις βασικές κατηγορίες, τα δυτικά σλάβικα (πολωνικά, τσέχικα, σλοβάκικα), τα νότια σλάβικα (σερβικά, κροατικά, σλοβένικα) και τα ανατολικά σλάβικά (ρωσικά, ουκρανικά, λευκορωσικά) με αποτέλεσμα να έχουν γλωσσική συγγένεια και κοινή πολιτιστική ρίζα αλλά πρακτικά δεν μπορούν να επικοινωνήσουν μεταξύ τους και να συνεννοηθούν αν ο καθένας ομιλεί την δική του γλώσσα (π.χ. ένας Ρώσος δεν καταλαβαίνει τον Σέρβο όταν μιλάει αλλά ένας Σέρβος μπορεί να καταλάβει εν μέρει τον Ρώσο, ένας Πολωνός δεν μπορεί να καταλάβει έναν Σέρβο όταν μιλάει αλλά ένας Σέρβος μπορεί να διακρίνει κάποιες λέξεις όταν μιλάει ο Πολωνός).
Επομένως, η φυλή τους δεν είναι κοινή αλλά διακρίνεται επίσης σε τρείς κύριες φυλές, όπως είχαν καταγραφεί από την βυζαντινή ιστοριογραφία όταν κατήλθαν στον ελλαδικό χώρο από την κεντρική Ευρώπη.


Δεύτερον, τα μισά σχεδόν σλαβικά έθνη είναι καθολικά κι όχι ορθόδοξα. Σε μία εποχή όπου το θρησκευτικό συναίσθημα ήταν βασικός παράγοντας αυτοπροσδιορισμού και της εθνικής ταυτότητας ήταν αδιανόητο για ένα καθολικό έθνος να ενταχθεί σε μία Ορθόδοξη Ένωση (δεδομένου πως η καθολική ιεραρχία έχει πείσει το ποίμνιο της και έχει πεισθεί και η ίδια πως εμείς είμαστε οι αιρετικοί και οι αποστάτες κι όχι αυτοί) λόγω του κινδύνου της αφομοίωσης από τον όγκο των Ορθοδόξων και λόγω της πολιτισμικής ισχύος της Ρωσίας. Αυτό γίνεται ακόμα πιο δύσκολο για τα καθολικά έθνη, τα οποία βρίσκονται πολύ κοντά γεωστρατηγικά και γεωοικονομικά στο Βατικανό και στο κέντρο διοικήσεως, όπως η Κροατία, ή ήταν πολύ πιστοί στο δόγμα του καθολοκισμού και θερμοί χριστιανοί πατριώτες, όπως η Πολωνία. Η μόνη που ‘’τσίμπησε’’ στην ιδέα αυτή ήταν η Βουλγαρία, με επιρροή κι διείσδυση σαφώς των διανοούμενων και ιερέων, προσδίδοντας νέο όραμα και νέα ταυτότητα στο σκλαβωμένο και ευάλωτο βουλγαρικό έθνος και οδηγώντας τους στη αιρετική Εξαρχία, η οποία είναι ένας συγκερασμός του εθνοφυλετισμού και της Ορθοδοξίας, ο οποίος καταδικάστηκε από την Οικουμενική Σύνοδο και προκάλεσε τις διενέξεις μεταξύ των Ορθοδόξων εθνών στους Β’ Βαλκανικούς Πολέμους. Η Βουλγαρία έχασε τον πόλεμο και την αδελφοσύνη με την Σερβία και την Ελλάδα που είχε κερδίσει στον Α’, η Ρωσία απέτυχε να εκπληρώσει τις επιδιώξεις της και να βγει στο Αιγαίο μέσω της Βουλγαρίας και η Ελλάδα και οι Έλληνες φιλόρωσοι επιχειρηματίες, λόγιοι και καλλιτέχνες απομακρύνθηκαν από την σλαβόφιλη στάση της Ρωσίας πικραμένοι και απογοητευμένοι.

Μετά την ανατροπή του βασιλικού θρόνου και τον αιματηρό εμφύλιο του ρωσικού έθνους ανάμεσα σε τσαρικούς και μπολσεβίκους, η Ορθόδοξη Ρωσία καταργείται και στη θέση της χτίζεται με βία και αίμα μία Κόκκινη Ρωσία, από το αίμα των παιδιών της και από το χρώμα των κομμουνιστών, των νέων δυναστών του ταλαιπωρημένου και καταπιεσμένου ρωσικού λαού. Αρχικώς, θα ονομαστεί Κομμουνιστική Ρωσία, μετά όμως την δημιουργία των σοβιέτ και την πολιτική ανάγκη της μετατροπής της Ρωσίας σε μία τεράστια ένωση διαφορετικών εθνών και αντιφατικών πολιτισμών, θα μετονομαστεί σε Σοβιετική Ένωση προσδίδοντας ιδεολογική σημασία στον σοσιαλισμό των ενταγμένων χωρών και εκμηδενίζοντας τις φυλετικές, θρησκευτικές και γλωσσικές διαφορές των μελών της. Η Ρωσία πλέον από Ορθόδοξη Μεγάλη Δύναμη θα μετατραπεί σε λίγες αιματηρές νύχτες σε μία σοσιαλιστική άθεη δύναμη και μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο θα εξελιχθεί σε μία Υλιστική Πυρηνική Υπερδύναμη. Η νέα ταυτότητα του ρωσικού έθνους δεν θα βασίζεται πάνω στην θρησκευτική πίστη και στην πνευματικότητα αλλά πάνω στον σοσιαλιστικό ζήλο και στον επιστημονικό υλισμό διατηρώντας την ρωσική γλώσσα και το ρωσικό αλφάβητο, την οποία παρέλαβαν από τα μεγάλα πνεύματα της προηγούμενης εποχής αλλά και ενσωματώνοντας στον ρωσικό πολιτισμό την νέα ιδεολογία προσδίδοντας του περισσότερη υλική φύση και εγκωμιάζοντας τον κολλεκτιβισμό και την κοινοκτημοσύνη των αρχαίων κοινοτήτων και αποβάλλοντας τα μεταφυσικά και πολιτισμικά στοιχεία που δεν ήταν αρεστά ή αποδεκτά από την κομμουνιστική ιδεολογία και την ιντελλεγκέτσια της νέας εποχής.


Η Μεγάλη Ρωσία όμως άλλαξε πρόσωπο και ρουχισμό, δεν άλλαξε όμως φέρσιμο και στάση ζωής. Διότι η πολιτική μπορεί να αλλάζει κατά καιρούς, η οικονομία να προσαρμόζεται κατά ανάγκη, η γεωγραφία όμως δεν αλλάζει, αργά ή γρήγορα εκδικείται όπως αναφέρει και ο τίτλος του βιβλίου του γνωστού Αμερικάνου δημοσιογράφου και γεωπολιτικού αναλυτή, Ρόμπερτ Κάπλαν.

Η κατάρρευση της σοβιετικής ένωσης και της πάλαι ποτέ υπερδύναμης, θα επιφέρει ένα βαρύ πλήγμα στην χώρα των τσάρων και των κομισάριων και ένα ισχυρό ψυχολογικό τραύμα στον ρωσικό πληθυσμό όπου από μία σταθερή δύναμη και μία συνεκτική κοινωνία θα μετατραπεί σε μία νύχτα σε μία αποσταθεροποιημένη χώρα και σε μία χαοτική κοινωνία. Δεν θα αργήσουν όμως να ακουστούν οι πρώτες φωνές όπου θα μιλήσουν για μία Νέα Ρωσία και για την αναγέννηση της, όπως αυτές του Αλεξάντερ Ντούγκιν και του Έντουαρτ Λιμόνωφ. Η Ρωσία πρέπει να αναγεννηθεί, για το καλό της και για το καλό της ανθρωπότητας. Επίσης, πρέπει να αναζητήσει μία νέα ταυτότητα και ένα νέο πεπρωμένο. Να επανακτήσει όλα τα χαμένα εδάφη της και να επανασυνδεθεί με όλα τα απολεσθέντα έθνη σε μία νέα ‘’αυτοκρατορία’’ με πολιτικές και οικονομικές αναφορές, με πολιτισμικό υπόβαθρο και με νέα ιστορική αποστολή. Αυτή η νέα ταυτότητα του ρωσικού ρεβανσισμού είναι ο ευρασιανισμός!

Ο ευρασιανισμός αποτελεί την ένωση των δύο ηπείρων σε μία κοινή πολιτική, οικονομική και πολιτισμική ζώνη με μεσσιανικές αναφορές και μεταφυσικές αναζητήσεις, μία κοσμοϊστορική σύνθεση του ευρωπαϊκού ορθολογισμού και του ασιατικού μυστικισμού με κοινή γεωστρατηγική την εκτόπιση των αγγλοσαξωνικών δυνάμεων από την Ευρασία και την σύσφιξη των σχέσεων σε τομείς οικονομίας, ενέργειας, πρώτων υλών και τεχνολογίας με τους Ευρωπαίους εταίρους. Η ένωση αυτή αποπειράθηκε να υλοποιηθεί δύο φορές από την πλευρά της Ευρώπης, μέσω δύο πολεμικών εκστρατειών, μία από την Γαλλία υπό τον Ναπολέων Βοναπάρτη και μία από την Γερμανία υπό τον Αδόλφο Χίτλερ. Η Ρωσία κατόρθωσε να αποκρούσει και τις δύο επιθέσεις με βαρύ αντίτιμο και τώρα είναι αυτή που αποφάσισε να επιχειρήσει μία πολεμική εκστρατεία στην ευρωπαϊκή πλευρά της και να πάρει την πρωτοβουλία για την ένωση της Ευρώπης οδηγώντας τους Ευρωπαίους αρχηγούς κρατών ενώπιον ιστορικών διλημμάτων και μεγάλων αποφάσεων για την επιβίωση της Ευρώπης.

Η δημιουργία της Ευρασιατικής Ένωσης κατά τα πρότυπα της Σοβιετικής όπως αναφέρουν όψιμα διάφοροι δυτικοτραφείς και δυτικότροποι δημοσιογράφοι και αναλυτές δεν πρέπει να μας εκπλήσσει, ούτε να μας οδηγεί σε στείρο και αντιπαραγωγικό αντιρωσισμό. Είναι θετικό που αναφέρεται και σωστό να γνωρίζει ο κόσμος την γεωπολιτική στάση της χώρας αλλά θα ήταν πιο δίκαιο και πιο ηθικό αν οι ίδιοι μας είχαν αναφέρει πριν δεκαετίες ότι και η Ευρωπαϊκή Ένωση είχε χτιστεί κατά τα πρότυπα της Καρλομάγνειας Αυτοκρατορίας και ότι η Ουκρανία επιλέχθηκε από τους Βρετανούς και τους Αμερικάνους ως ο χρήσιμος ηλίθιος της ιστορίας για να ανακόψουν την ανοδική πορεία της Ρωσίας και να διατηρήσουν τα ‘’αυτοκρατορικά’’ τους προνόμια στην υφήλιο διχάζοντας για ακόμη μια φορά την ανθρωπότητα και τον ευρωπαϊκό πληθυσμό.

Η έννοια της Ευρασίας αποτελεί μία ευφυή φιλοσοφική έννοια, μία ‘’πλατωνική’’ ιδέα που μπορεί να καλύψει τις ανάγκες, υλικές και πνευματικές των δύο πληθυσμών, Ευρωπαίων και Ασιατών, που αποσκοπεί στην ισχυροποίηση της Ευρώπης και στην απεξάρτηση της από τους Ατλαντιστές και την επιρροή τους, στην αυτάρκεια της και στην επιβίωση της, στην μεταστροφή της από τον αθεϊστικό τεχνοκρατικό πολιτισμό της στον σύγχρονο παραδοσιακρατικό πολιτισμό της Ρωσίας. Αυτό όμως που αδυνατεί να δει η ρωσική ελίτ και οι Ρώσοι διανοούμενοι της είναι πως η Ρωσία δεν διαθέτει ιδεολογία που να είναι ικανή να υποκινήσει τους λαούς της Ευρώπης να στραφούν προς το μέρος της όπως διέθετε όταν ήταν κομμουνιστική. Η τιμή της πατάτας, των σιτηρών, του πετρελαίου και του φυσικού αερίου δεν θα κινητοποιήσουν ποτέ τους λαούς σε εξεγέρσεις και σε εθνικές δράσεις για ανατροπή του ‘’δημοκρατικού’’ καθεστώτος των πατρίδων τους, μόνο ιδέες και αξίες μπορούν όπως είναι ο Θεός, η Πατρίδα, το Έθνος, η Ελευθερία, κ.α. όπως πολύ σωστά είχε επισημάνει ο Γάλλος εθνολόγος, κοινωνιολόγος και πολιτικός ψυχολόγος Γουσταύος Λε Μπόν.

Η Ευρασιατική Ιδέα παρουσιάζει τρία μελανά σημεία για τους Ευρωπαίους και για εμάς τους Έλληνες που αδυνατούν να καταστήσουν την υλοποίηση της ιδέας εφικτή και αποδεκτή. Αυτά είναι τα εξής:

1. Η έλλειψη ιδεολογίας με σκοπό την κινητοποίηση των εθνών και τον ιδεολογικό προσανατολισμό προς ένα εναλλακτικό πολιτικό και οικονομικό μοντέλο.
2. Η άρνηση της ρωσική ηγεσίας για την καταδίκη του κομμουνιστικού παρελθόντος της και την επιμονή της σε κομμουνιστικές αναφορές, πρόσωπα και σύμβολα.
3. Η φιλοτουρκική και πολλές φορές φιλοισλαμική στάση της λόγω της γεωπολιτικής ανάγκης της με την Τουρκία, η οποία διατηρεί τα Στενά του Βοσπόρου και λόγω των πολλών μουσουλμανικών μειονοτήτων που υπάρχουν στο εσωτερικό της Ρωσικής Ομοσπονδίας.


Και τα τρία θα υπαρκτά ζητήματα μπορούν να λυθούν αντλούμενοι απαντήσεις και λύσεις από την ρωσική και ευρωπαϊκή (συμπεριλαμβανομένου την ελληνική) φιλοσοφία, την ιστορία και την γεωπολιτική. Δηλαδή:

1. Η ρωσική ελίτ θα δημιουργήσει νέα ιδεολογία ενσκήπτοντας στην ελληνική φιλοσοφία του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη και στην ευρωπαϊκή παράδοση.
2. Η ρωσική ηγεσία θα καταδικάσει την κομμουνιστική ιδεολογία και θα απαρνηθεί την ιδεολογική της συνέχεια κατά τα πρότυπα των Γερμανών, οι οποίοι καταδίκασαν τον ναζισμό και ζήτησαν διεθνώς συγνώμη και μετά όλοι οι πρώην κατακτηθέντες λαοί έτρεξαν να ξαναχτίσουν την Γερμανία και να ενταχθούν στην γερμανοκρατούμενη Ευρωπαϊκή Ένωση.
3. Η Ρωσία θα ακολουθήσει μαζί με τους Ευρωπαίους φιλελληνική γεωπολιτική προσπαθώντας να αποσπάσει τα Στενά από τους Τούρκους και να τα παραδώσει στους ιστορικά δικαιούχους της, την Ελλάδα, αποκαθιστώντας κατά αυτόν τον τρόπο μία τεράστια ιστορική αδικία κατά τον παρελθόν και μία αδήριτη ιστορική ανάγκη κατά το παρόν και καθιστώντας την Ελλάδα ως γεωστρατηγικά και πολιτισμικά γέφυρα μεταξύ της Ευρώπης και της Ασίας, της Ρωσίας και της Μεσογείου.

Η Ελλάδα με την Κωνσταντινούπολη και την Μικρά Ασία, μπορεί να βρει τρόπο γεωπολιτικής έκφρασης και πολιτιστικού στοχασμού μέσα από τον ευρασιανισμό περισσότερο από κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα, η οποία απέχει πολλά χιλιόμετρα από την Ασία και που ιστορικά δεν την έχει αντικρύσει παρά μόνο στο πιάτο της μέσα από την ασιατική κουζίνα και μέσα από τα φθηνά υλικά εμπορεύματα της.

Η επιτυχής έκβαση της ρωσικής πολεμικής – πολιτιστικής επιχείρησης και η εκπλήρωση του ρωσικού πεπρωμένου θα περάσει μέσα από τρεις βασικούς παράγοντες: την ρωσική ψυχή, την ευρωπαϊκή ευελιξία και τον Τριαδικό Θεό. 

Απάντηση