Ακολουθήστε μας στα Social Media:

Στο πρώτο μέρος του άρθρου αναφερθήκαμε στην ανάγκη μιας νέας εθνικής ιδεολογίας και στην αναζήτηση αυτής της ιδεολογίας μέσα από την ελληνική ιστορία, την γεωπολιτική ανάγκη, την φιλοσοφική της διάσταση και την μεταφυσική της στην ελληνική κοινωνία ώστε να μπορέσει να γίνει βίωμα και δόγμα του ελληνικού έθνους για τα επόμενα χρόνια. Κάθε εθνική ιδεολογία είναι εμπνευσμένη από μία πνευματική ελίτ και από λόγιους και φιλοσόφους της κάθε εποχής, οι οποίοι αντλούν ενέργεια και ουσία από την γη τους, τις ρίζες τους, τις παραδόσεις τους, τον λαό τους και την ιστορία του τόπου τους. Μόνο κατά αυτόν τον τρόπο μπορεί κάποιος να δημιουργήσει εθνική ιδεολογία ώστε να αντέξει στον χρόνο και να βρει απήχηση στην κοινωνία που το γέννησε. Ειδάλλως, η ιδεολογία πέφτει στο κενό, χάνεται στα χρονοντούλαπα της ιστορίας ή απαιτεί πακτωλούς χρημάτων για να διατηρηθεί στον χρόνο και να επιβληθεί σε μία κοινωνία. (π.χ. το κίνημα της Νέας Εποχής).
Η εθνική ιδεολογία από την στιγμή της γέννησης της μέσα από την ψυχή του λαού και από τα μυαλά των διανοούμενων του έθνους θα χρειαστεί ένα σώμα, έναν φορέα για την διακίνηση των ιδεών και για την κοινωνική και οικονομική διασπορά της ιδεολογίας στις τάξεις του έθνους. Η ιστορία έχει αποδείξει ότι κάθε μεγάλη πολιτική ιδεολογία που διαμόρφωσε τον πολιτικό κόσμο και προκάλεσε ‘’μία νέα εποχή’’ για τα δεδομένα της κοινωνίας εκείνης εποχής εξαπλώθηκε όταν ταυτίστηκε με μία τάξη και έγινε κτήμα της:
1. O φιλελευθερισμός με την αστική τάξη.
2. Ο κομμουνισμός με την εργατική τάξη.
3. Ο φασισμός με την μεσαία τάξη.
Αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα πως καμία κοινωνία δεν πρόκειται να αλλάξει και καμία ιδεολογία δεν πρόκειται να γίνει αποδεκτή, αν η νέα ιδεολογία δεν αγκαλιάσει όλες τις κοινωνικές τάξεις και δεν τις αναδιαμορφώσει δίνοντας στην κάθε μια το κοινωνικό και οικονομικό μερίδιο που της αντιστοιχεί ώστε να μην θεωρήσει τον εαυτό της θιγμένο ή κατακερματισμένο και να μπορέσει να αξιοποιήσει το δυναμικό της διοχετεύοντας την ταξική της ενέργεια προς την επίτευξη ενός ανώτερου εθνικού στόχου και την υγιή συναγωνιστική διάθεση και αντίληψη προς τις άλλες τάξεις του έθνους. Ο μετασχηματισμός των κοινωνικών τάξεων με γνώμονα την εθνική ιδεολογία και το εθνικό όραμα θα δώσει σε όλο το κοινωνικό σύνολο ανάσα ζωής και αναζωογόνησης μετά τις συνεχιζόμενες κρίσεις και τα αλλεπάλληλα χτυπήματα στον ιδιωτικό τομέα και στην επιχειρηματική τάξη.
Ο επαναπροσδιορισμός της αγροτικής τάξης και η επανασύσταση της νέας εργατικής τάξης μακριά από πρώην καταστροφικές και εμφυλιακές ιδεολογίες (όπως τον μαρξισμό, κομμουνισμό, τροτσκισμό κλπ.) και από τα οργανωμένα συνδικάτα που μέσω κομματικής παράταξης και πελατειακής σχέσης με το κοινοβουλευτικό κράτος της μεταπολίτευσης επωμίζονταν τα ιδιωτικά οφέλη οδηγώντας την τάξη τους και τον κλάδο τους στην αποσύνθεση και στην υποτέλεια των μεγάλων οικονομικών κολοσσών και των πολυεθνικών ομίλων.
Οι επιχειρηματίες θα πρέπει να μάθουν να επιχειρούν κι όχι να κάνουν κουμάντο όπως το αντιλαμβάνονται. (αισχροκέρδεια, μη τήρηση των εργατικών νόμων, υπέρβαση ωραρίων, κλπ.)
Οι αγρότες να καλλιεργούν την γη τους κι όχι να ξεπουλούν τα εδάφη τους. (επιδοτήσεις άνευ απόδοσης, καλλιέργεια ακατάλληλου σπόρου λόγω εδάφους, άστοχες κινητοποιήσεις κλπ.)Και οι εργάτες να εργάζονται συνειδητά και ευλαβικά κι όχι να ψάχνουν αφορμή να μην εργαστούν. (απεργίες, μαζικές κινητοποιήσεις, αδιαφορία για το αντικείμενο απασχόλησης κλπ.)
Επομένως, η εθνική ιδεολογία εφόσον δημιουργηθεί και εφαρμοστεί θα αναλάβει την αναδιαμόρφωση και την επανένταξη τριών βασικών κοινωνικών τάξεων εντός του εθνικού συνόλου για την ηθικοπλαστική και αναπτυξιακή πορεία της πατρίδος.
Προς δημιουργία μιας νέας τάξης
Η ιεραρχία των τάξεων και η θέσπιση και τήρηση των κανόνων και νόμων αποτελούν βασική προϋπόθεση μίας ευνοούμενης πολιτείας. Η οραματιζόμενη αταξική κοινωνία των κομμουνιστών και των αναρχικών οδήγησε σταδιακά σε μία απρόσωπη κοινωνία, καταπιεσμένη από μία ελίτ που θεώρησε πως κατείχε το μυστικό για να ελέγχει τους λαούς και να τους απαλλάξει από τα ‘’ανθρώπινα’’ μαρτύρια της. Μέσα σε λίγα χρόνια μετατράπηκε από αταξική κοινωνία σε υπερταξική δικτατορία. Πέραν όμως των νόμων και των κανόνων, μια ιεραρχημένη κοινωνία οφείλει να έχει κοινή ιδεολογία και σκοπό με τις υπόλοιπες τάξεις σε εθνικό επίπεδο, να μπορεί να επηρεάζει τις εξελίξεις σε πολιτικό επίπεδο και να μπορεί να εξελίσσεται σε κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο.Το τέλος μιας ευνοούμενης πολιτείας και ενός δίκαιου κράτους επέρχεται όταν ταυτίζεται με μία μόνο τάξη αδιαφορώντας για τις υπόλοιπες και όταν καταδικάζει μία τάξη σε κοινωνική καθήλωση, οικονομική εξαθλίωση και πολιτική περιθωριοποίηση.
Η Ελλάδα με γνώμονα την γεωγραφική της θέση, την γεωπολιτική της αναγκαιότητα, την φιλοσοφική της προδιάθεση και την πολιτισμική της εμβέλεια οφείλει και δύναται να αναπτυχθεί σε τρεις βασικές παραγωγικές τάξεις εμπνεόμενη από την Πλατωνική Πολιτεία:
1. Εφοπλιστές, οι οποίοι αποτελούν την δυναμικότερη ομάδα διεθνώς με κλάδο δραστηριοποίησης τους την Ναυτιλία.
2. Επιχειρηματίες, οι οποίοι αποτελούν την ραχοκοκαλιά της ελληνικής κοινωνίας με πεδίο δράσεως την Εστίαση και κυρίως τον Τουρισμό.
3. Παραγωγοί, οι οποίοι αποτελούν την ζωτική ανάγκη και τον πυλώνα ανάπτυξης της κοινωνίας και της εξέλιξης και εξάπλωσης των άλλων δύο, με κύριο αντικείμενο τους την Καλλιέργεια Γης και Παραγωγής Τροφίμων.

Η Ναυτιλία ως δύναμη ήπιας ισχύος
Σε αντίθεση με την αριστερή ρητορική και την δεξιά πατριδοκαπηλία δεν θεωρούμε πως οι εφοπλιστές είναι εγκληματίες ή απατεώνες, ούτε όμως και σωτήρες και ευεργέτες κατά τα αντίστοιχα αφηγήματα της διπολικής παράταξης. Ο καθένας κρίνεται σύμφωνα με τα έργα του και με τις πράξεις του κι όχι σύμφωνα με τα εισοδήματα του ή τα διαγγέλματα του.
Κατά τα προηγούμενα χρόνια και τα κατά τα επαναστατικά, υπήρξαν πολλές περιπτώσεις και εξέχουσες προσωπικότητες που παρέδωσαν τον πλούτο τους στον ελληνικό αγώνα για την ανεξαρτησία της πατρίδος, συνέφεραν υλικώς και ψυχικώς, ευεργέτησαν τον τόπο τους και έθεσαν τον στόλο τους στο πλευρό των Ελλήνων Αγωνιστών.
Από τον Λάμπρο Κατσώνη και την Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα μέχρι τον τελευταίο μεγάλο εφοπλιστή, Αριστοτέλη Ωνάση, η Ελλάδα είναι ευγνωμονούσα και οι Έλληνες αξιοποίησαν τις δυνατότητες τους και τα χρήματα τους.
Στην σύγχρονη καιροσκοπική, καταναλωτική και κερδοσκοπική εποχή που ζούμε δεν τίθεται θέμα της απουσίας Ελλήνων εφοπλιστών αλλά στην έλλειψη εθνικού φρονήματος και εθνική ιδέας από την οικονομική ελίτ και την τάξη των μεγαλοεπιχειρηματιών όπως αρέσκεται το μιντιακό σύστημα να τους αποκαλεί. Οι εφοπλιστές υπάρχουν και κάνουν μεγάλες business, κρυφά από τα μάτια του λαού, μυστικά από τις κρατικές υπηρεσίες και με την άδεια της δυτικής ματιάς, στέλνοντας τα καράβια τους να πάρουν πετρέλαιο και φυσικό αέριο από την Ρωσία στην Μαύρη Θάλασσα και μετά το πουλούν σε αμερικανικές εταιρείες, οι οποίες το μεταπουλούν στην Ευρώπη και στην Ελλάδα σε δεκαπλάσια τιμή όπως έχει ανακοινωθεί και επίσημα από βρετανική έρευνα.
Οι σύγχρονοι Έλληνες εφοπλιστές θησαυρίζουν από την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία αποθησαυρίζοντας τον ελληνικό λαό με τις πλάτες του ελλαδικού πελατειακού κράτους που αυτοί ελέγχουν και επηρεάζουν αλληλένδετα. Στον ελεύθερο τους χρόνο παρουσιάζονται σε γκαλά και φιλανθρωπικές εκδηλώσεις θέλοντας να παρουσιάσουν ένα ανθρώπινο πρόσωπο στις μάζες και χτίζουν ιδρύματα με απώτερο σκοπό το ξέπλυμα χρήματος και την δημιουργία καλών εντυπώσεων.
Οι Έλληνες εφοπλιστές δεν έχουν ελληνική ψυχή, γι’ αυτό προτιμούν να κάνουν διεκπεραιώσεις σε τρίτους λαμβάνοντας ένα ικανοποιητικό μερίδιο ενώ θα μπορούσαν να κτίσουν μία ‘’θαλάσσια αυτοκρατορία’’ με τον εμπορικό τους στόλο και με μία ελληνική εθνική ηγεσία υπό την προστασία τους και την καθοδήγηση τους.
Το ιστορικό παράδειγμα της αρχαίας Αθήνας και το ‘’μέγα της θαλάσσης κράτος’’ θα έπρεπε να αποτελεί το επιχειρηματικό του πιστεύω και το εθνικό τους χρέος!

Ο Τουρισμός ως πυλώνας πολιτισμού
Ο τουρισμός αποτελεί την πρώτη πηγή εισοδήματος του ελληνικού κράτους και σχεδόν το 30% του συνολικού Α.Ε.Π. της χώρας. Παρ’ όλα αυτά, το ελληνικό κράτος και η ελληνική κυβέρνηση των τελευταίων δεκαετιών δεν έχει συντάξει ένα εθνικό στρατηγικό σχέδιο δράσης και ανάπτυξης για την χώρα, τον ξενοδοχειακό κλάδο, την συνεχή επαγγελματική εκπαίδευση του ανθρώπινου δυναμικού, την βελτίωση των εργασιακών σχέσεων και των τόπων διαμονής των εργαζομένων, την επέκταση της τουριστικής σεζόν σε 12 μήνες (τουρισμός 4 εποχών), την αξιοποίηση και προώθηση γεωγραφικών προορισμών με θεματικό πρόσημο (θρησκευτικός, πολιτιστικός, φυσιολατρικός, ιστορικός, κ.α.), την προαγωγή κινήτρων στους Έλληνες για την ένταξη τους στον τουριστικό κλάδο (αύξηση μισθών, επέκταση και αύξηση ταμείου, παροχή διεθνών και κρατικών σεμιναρίων, κ.α.) και ασφαλώς την προστασία και την στήριξη των ξενοδόχων στο οικονομικό και επιχειρηματικό κομμάτι για την ορθή και νόμιμη ανάπτυξη τους ώστε να μην πουλούν ή ενοικιάζουν τα ξενοδοχεία τους και τις οικογενειακές τους επιχειρήσεις σε μεγάλους διεθνούς ομίλους και εταιρείες που αποσκοπούν μονάχα στο κέρδος αδιαφορώντας για το πολιτισμικό αγαθό και την ελληνική κουλτούρα.
Οι Έλληνες ξενοδόχοι και επιχειρηματίες εστίασης αποτελούν μια εν δυνάμει πολλά υποσχόμενη και αναπτυσσόμενη τάξη που μπορεί και οφείλει να συνεισφέρει στον ελληνικό πολιτισμό και στην διάδοση της ελληνικής κουλτούρας, αν δοθεί μία κατευθυντήρια ελληνική γραμμή από την ελληνική πολιτεία και μία οικονομική διευκόλυνση και κοινωνική κινητοποίηση για την αποτελεσματική και λειτουργική ανάπτυξη των επιχειρήσεων, μικρών, μεσαίων και μεγάλων με απώτερο σκοπό την ωφέλεια της κοινωνίας και την ψυχαγωγία του ελληνικού λαού.
Η αρχή των κρίσεων το 2010 και η εισβολή του πρώτου μνημονίου προκάλεσε πολλές οικονομικές επιπτώσεις και αβάσταχτες πιέσεις στον επιχειρηματικό τομέα ανεβάζοντας το Φ.Π.Α. στο 24% από το 13% που ήταν προ Μνημονίου. Η κρίση συνεχίστηκε με την έλευση του CoVid- 19 και με τις πολιτικές πρακτικές της κυβερνήσεως Μητσοτάκη και τα απάνθρωπα lockdown οδηγώντας τις επιχειρήσεις σε άμεση εξάρτηση από το κράτος οικονομικών συνεισφορών και κονδυλίων κάτι που είχε ήδη ξεκινήσει και από τα μνημόνια. Αυτός ήταν και ένας από τους κύριους λόγους όπου οι ελληνικές επιχειρήσεις δεν αντιτάχθηκαν στο κρατικό αφήγημα περί του κοινωνικού εγκλεισμού και του κλεισίματος της κοινωνίας (όπως για παράδειγμα σε χώρες με φιλελεύθερο προσανατολισμό όπως οι Η.Π.Α., το Βέλγιο, η Ολλανδία κλπ.), ‘’για να μπορέσει να αντιδράσει ένας άνθρωπος ή μία κοινωνία ή ένα έθνος, προϋποθέτει πως είναι ελεύθερος και δεν είναι εξαρτημένος από κάποιον εξωτερικό ή εσωτερικό παράγοντα, δηλαδή δεν κατέχεται νοητικά από άλλον ή δεν υποτάσσεται στον φόβο του.’’
Τέλος, ήρθε η κρίση της ενέργειας μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία με αποτέλεσμα η εξάρτηση των επιχειρήσεων αλλά και του πληθυσμού από την ‘’κρατική πρόνοια’’ να παραμένει συνεχής, επιτακτική και αναγκαία με αποτέλεσμα την παθητική στάση του κοινωνικού συνόλου με σκοπό την είσπραξη επιδομάτων, επιδοτήσεων και λοιπών οφελών.
Οι Έλληνες ξενοδόχοι δεν έχουν συνειδητοποιήσει την δύναμη που έχουν στα χέρια τους και την επιρροή που θα μπορούσαν να έχουν στην ελληνική κοινωνία αν έθεταν πάνω απ’ όλα τον ελληνικό πολιτισμό και είχαν ως αιχμή του δόρατος τον ελληνικό τουρισμό. Είναι γαιοκτήμονες μεγάλων εκτάσεων όπου αντί να παράγουν καρπούς και τρόφιμα, προάγουν ελληνική φιλοξενία και ελληνική εμπειρία.
Αν μελετούσαν λίγο τον αμερικανικό εμφύλιο, θα μπορούσαν να παραδειγματιστούν από την Συνομοσπονδία των Νοτίων και πως συσπειρώθηκαν οι τότε γαιοκτήμονες διεκδικώντας το δίκαιο τους.
Οι δε επιχειρηματίες εστίασης είναι μία σταθερή και ελπιδοφόρα τάξη ανθρώπων με όραμα και φιλοδοξίες, οπού μπορούν να αναπτύξουν τις δυνατότητες τους και να επαναπροσδιορίσουν τις επιχειρήσεις τους ως κέντρα ελληνικής κουλτούρας και πολιτισμού, σεβόμενοι και εμπνεόμενοι την ιστορία του τόπου, την παράδοση και το πνεύμα του λαού, χωρίς να αντιγράφουν τα κακώς κείμενα του εξωτερικού και εισάγοντας τα στο ελληνικό κοινωνικό περιβάλλον.Ο Τουρισμός και η Εστίαση είναι Πολιτιστική Πολιτική: ο πρώτος λειτουργεί σαν εξωτερική διπλωματία απευθυνόμενος προς τους τουρίστες και στους ταξιδιώτες και υπερτονίζοντας την Ελλάδα ως χώρα, ως πολιτισμός και ως κουλτούρα και ο δεύτερος είναι εσωτερική πολιτική απευθυνόμενη προς τους ντόπιους και τους γηγενείς και συνενώνοντας τους σε ένα ενιαίο ελληνικό τρόπο ζωής.

Η Καλλιέργεια της Γης ως πηγή αυτάρκειας, ανάπτυξης και αφθονίας
Η πατρίδα μας είναι μία χώρα αγροτική, κτηνοτροφική και ναυτική. Η ευλογημένη ελληνική παράγει πληθώρα μοναδικών καρπών, προϊόντων, αγαθών και εδεσμάτων. Η Ελλάδα είναι πασίγνωστη από την αρχαιότητα μέχρι τις μέρες μας για τα εκλεκτά προϊόντα της και τις μοναδικές της γεύσεις, όπως η ελιά, το ελαιόλαδο, τα ροδάκινα, οι φράουλες, τα σταφύλια, τα σύκα, το χαρούπι, το μέλι, ο κρόκος και πληθώρα άλλων καρπών και φρούτων. Επίσης, διαθέτει μεγάλη παράδοση και έχει μεγάλες πιθανότητες αξιοποίησης αυτών των αγαθών μέσω της εξαγωγής σε άλλες χώρες που αναζητούν αυτά τα προϊόντα λόγω ανεπάρκειας ή λόγω ποιότητας (π.χ. Ρωσία) και μέσω της μεταποίησης αυτών σε αγαθά λαϊκής αποδοχής (απευθυνόμενα σε όλα τα κοινωνικά στρώματα), υψηλής γαστρονομικής αξίας (απευθυνόμενα στις εκλεκτές κουζίνες και σε επιλεκτικά μέρη του κόσμου) ή και αριστοκρατικής φύσεως (απευθυνόμενα στις ελίτ και στις οικονομικά δυνατές τάξεις). Η οικονομική ανάπτυξη της χώρας και η πολιτική της αυτονομία περνάει μέσα από την αγροτική, την κτηνοτροφική και την μεταποιητική ζωή της κοινωνίας μας.
Η τάξη των παραγωγών δεν αποτελεί την τελευταία τάξη ανθρώπων με το ελάχιστο ετήσιο εισόδημα, τον καθημερινό μόχθο, την εύκολη και άκαρπη επιδότηση, την εκμετάλλευση τριτοκοσμικών ‘’κατοίκων’’ ή την είσοδο οικονομικών μεταναστών και την ψυχική εξάντληση του εαυτού του όπως τους κατάντησε το μεταπολιτευτικό πολιτικό σύστημα. Οι παραγωγοί στην Ελλάδα, σύμφωνα και με την Πλατωνική Πολιτεία, είναι αυτοί οι οποίοι αποτελούν την βάση της κοινωνίας για την οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική εξέλιξη των υπόλοιπων δύο τάξεων και την συναγωνιστική δράση και των τριών για την εθνική αυτοπραγμάτωση και την επικράτηση του ελληνικού τρόπου ζωής.
Η Μεταπολίτευση, με πρωτοπόρο τον σοσιαλιστή πρωθυπουργό, Ανδρέα Παπανδρέου, με τις δυτικές του περγαμηνές και τις φιλοευρωπαϊκές του πολιτικές ξεκίνησε την μεγάλη οικονομική επιχείρηση της πατρίδας μας θέτοντας της σε τροχιά γερμανικής οικονομίας αγνοώντας την γεωπολιτική ναυτική ταυτότητα της πατρίδος μας, από μία χώρα παραγωγής, εξαγωγής και εσωτερικής αυτάρκειας (βιομηχανία, βιοτεχνία, αγρονομία, κτηνοτροφία, κ.α.) σε ένα κράτος εισαγόμενων προϊόντων (ακόμα και βασικών), κατανάλωσης υλικών αγαθών, σπατάλης χρόνου και χρήματος, κλείσιμο κάθε μεγάλης επιχειρηματικής βιομηχανίας και βιοτεχνίας, παρεμπόδισης κάθε ιδιωτικής πρωτοβουλίας μέσω μια σειράς άδικων και αποτρεπτικών νομοθετημάτων και την μετατροπή της κοινωνίας σε μία τάξη κηφήνων, άεργων και άβουλων κοινωνικά μηχανικά ανθρώπων με την σκυτάλη να παραδίδεται πιστά και ευλαβικά στους υπόλοιπους δέκτες της πρωθυπουργικής και υπουργικής θέσεως συνεχίζοντας το Μεγάλο Σχέδιο που μας έφερε τελικά τα περιβόητα Μνημόνια και την τεχνοκρατική ΤΡΟΙΚΑ.
Η Ελλάδα και η ελληνική της οικονομία οφείλει να κινηθεί πάνω σε αυτούς τους τρεις άξονες:1. την αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή2. την βιομηχανοποίηση και την μεταποίηση των αγαθών της3. και την βιοτεχνία και την εργοστασιακή της μεταρρύθμιση
Ο Ιπποκράτης έλεγε πως ‘’Είμαστε ότι τρώμε’’.
Οι Έλληνες πλέον δεν τρώμε, απλά καταναλώνουμε ότι μας σερβίρουν.
Και αυτό έχει γίνει συνήθεια μας περνώντας από το στομάχι και την γαστρονομία στον εγκέφαλο και στην πολιτική. Πρέπει να αρχίσουμε να τρώμε ξανά σωστά, υγιεινά και ελληνικά ώστε να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε και να λειτουργούμε σωστά, υγιεινά (ψυχικά και συμπεριφοριστικά) και ελληνικά στην ζωή μας και στην κοινωνία μας.‘’Ας γίνει η τροφή σου, το φάρμακο σου’’ συμβουλεύει ο μεγάλος Κώος ιατρός και φιλόσοφος.
Η τροφή μας δεν θα γίνει απλώς το φάρμακο μας με την αλλαγή της οικονομικής μας πολιτικής, θα γίνει η πηγή αφθονίας μας, αυτάρκειας μας και ανάπτυξης μας. (π.χ. η Κρήτη αποτελεί την μοναδική περιοχή στην Ελλάδα όπου μπορεί να σταθεί αυτόνομα και αυτοδημιούργητα χωρίς να πεινάσει ο πληθυσμός της και χωρίς να στερηθεί βασικές θρεπτικές αξίες για την σωστή λειτουργία του ανθρώπινου οργανισμού)
Η Ελληνική Διατροφή θα γίνει ξανά ελληνικός τρόπος ζωής και φιλοσοφία ζωής για όσους επιθυμούν να ακολουθήσουν έναν εναρμονισμένο τρόπο ζωής με την φύση, τον άνθρωπο και την κοινωνία, μακριά από τον δυτικό υπερκαταναλωτισμό και την ευρωατλαντική αδηφαγία.

Το τρίπτυχο του Μεγάλου Εθνικού μας Ποιητή, Οδυσσέα Ελύτη αποτελεί την πολιτική του παρακαταθήκη και τον γεωπολιτικό του στοχασμό. Εντός αυτής της πολυσήμαντης φράση του κρύβεται όλος ο πολιτισμός και η ιστορία του Ελληνισμού.
Μεταπολιτικός Επίλογος
Η πολιτική τάξη της Ελλάδος έχει τις ρίζες της , σε αντίληψη και ιδιοσυγκρασία, στην περίοδο της τουρκοκρατίας, η οποία με το πέρασμα των χρόνων, μεταλλάσσεται και προσαρμόζεται σύμφωνα με το διεθνές κλίμα, τις διεθνείς επιρροές ξένων χωρών και τα ιδιωτικά τους οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα. Αν ανατρέξει κάποιος στην πολιτική των κοτζαμπάσηδων και μετά παρατηρήσει την πολιτική των σύγχρονων πολιτικών στη νεώτερη Ελλάδα θα διαπιστώσει βίους παράλληλους. Το τουρκοκρατούμενο διοικητικό σύστημα με τους κοτζαμπάσηδες να διατηρούν τα οικονομικά και πολιτικά τους προνόμια, προσφέροντας τις υπηρεσίες τους στον Σουλτάνο και διατηρώντας τον ντόπιο λαό σε κατάσταση εξάρτησης από αυτούς και σε συνθήκες υποτέλειας προς τον κατακτητή παραμένει ίδια και αμετάκλητη με μόνη διαφορά, την αλλαγή ονομάτων των εξουσιαστών και των διαμεσολαβητών.
Οι δε κοτζαμπάσηδες μετατράπηκαν σε δήμαρχοι, νομάρχες και ‘’εκπρόσωποι του λαού’’ ενώ την θέση του Σουλτάνου και της Πύλης πήρε ο Πρωθυπουργός και το Κοινοβούλιο σε ένα διοικητικό σύστημα άμεσα εξαρτώμενο από τα οικονομικά κονδύλια, τις ιδιοτελείς παροχές προς επιχειρηματίες μεσαίου και μεγάλου βεληνεκούς, τις πελατειακές σχέσεις με τον ντόπιο πληθυσμό και τις μεθοδικές τεχνικές χειραγώγησης και εκφοβισμού, περιθωριοποίησης και ‘’δημόσιου εξορισμού’’ προς επιφανείς και φιλόδοξους ‘’επαναστάτες της νέας Ελλάδας’’.
Μόνο ο ελληνικός λαός παρέμεινε ίδιος και απαράλλακτος, δηλαδή αδαής και ευκολόπιστος, συμφεροντολόγος και επιρρεπής, εγκλωβισμένος σε πολιτικές αντιλήψεις παλαιού τύπου και πλανεμένος σε σύγχρονες συμπλεγματικές φαντασιώσεις.