Γράφει ο Γεώργιος Τορνικάντης,
Το ζήτημα της Ουκρανίας ήρθε ξανά στο γεωπολιτικό προσκήνιο μετά από 8 χρόνια πολιτικής ησυχίας και οικονομικής σταθερότητας αλλά συνεχόμενων στρατιωτικών εχθροπραξιών και διαρκών κοινωνικών αναταραχών στα ανατολικά της χώρας. Κατέστη ορατό πως μετά τα γεγονότα της πλατείας Μaiden το 2014 και την ανατροπή της κυβέρνησης του φιλόρωσου Προέδρου Γιαννούκοβιτς, η Ε.Ε. και Η.Π.Α. θα κατόρθωναν να εγκαθιδρύσουν μια φιλοαμερικανική κυβέρνηση στο υπογάστριο της Ρωσίας δημιουργώντας τετελεσμένα γεγονότα για την ασφάλεια της αχανής ευρωασιατικής χώρας, όμως η κυβέρνηση του Προέδρου Πούτιν με μια έξυπνη στρατηγική κίνηση και χωρίς να ρίξει ούτε μία τουφεκιά κατόρθωσε να αποσπάσει από την Ουκρανία, την πολυσήμαντη χερσόνησο της Κριμαίας (Ταυρίδα) και να την εντάξει στην Ρωσική Ομοσπονδία επαναλαμβάνοντας κι αυτός με την σειρά του την ίδια στρατηγική των Η.Π.Α. στο Κόσσοβο των Σέρβων. Εκείνη χρονική στιγμή φάνηκε πως οι δυτικές δυνάμεις αιφνιδιάστηκαν και πως στην προσπάθεια τους να αποσπάσουν την Ουκρανία από την επιρροή της Ρωσίας, έχασαν ένα πολύ μεγάλο στρατηγικό κομμάτι της ακρωτηριάζοντας την και δημιουργώντας μία σειρά πολυποίκιλων προβλημάτων, τα οποία ήταν θέμα χρόνου να αναδυθούν ξανά στο προσκήνιο παρά την εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ Ρωσίας με Η.Π.Α. και Ε.Ε.

Το Ουκρανικό ζήτημα
Το 2014 οι Ουκρανοί μέσα στο πάθος τους και στον θερμό πατριωτισμό τους αλλά και μέσα στον στείρο αντιρωσισμό τους και στον επιτήδειο φιλοευρωπαϊσμό τους δεν μπόρεσαν να δουν αυτό που θα ερχόταν. Μία χώρα των 40.000.000 κατοίκων, όπου η δυτική πλευρά της ομιλεί ουκρανικά και αισθάνεται πιο κοντά στην Ευρώπη, η ανατολική πλευρά ομιλεί ρωσικά και αισθάνεται την Ρωσία ως αδελφή της και μία ενδιάμεση περιοχή να ομιλεί μια ανάμεικτη διάλκετο ρωσικών και ουκρανικών λέξεων ήταν αναμενόμενο πως η χώρα στο εγγύς μέλλον πρόκειται να διχοτομηθεί όπως πολύ σωστά είχε προβλέψει ο μεγάλος Ρωσοουκρανός λογοτέχνης και στοχαστής, Αλεξάντερ Σολζενίτσιν. Η Ρωσία δεν θα επέτρεπε ποτέ λόγω ιστορικής σημασίας και γεωστρατηγικής αξίας να παραχωρηθεί η Ουκρανία στην αγκαλιά της Δύσης. Θα αντιδρούσε στρατιωτικά για να την ανακαταλάβει είτε ολόκληρη εγκαθιδρύοντας μία φιλορωσική κυβέρνηση, είτε τουλάχιστον την μισή λόγω των ρωσόφωνων περιοχών και της πρόσβασης στη Μαύρη Θάλασσα. (Εύξεινος Πόντος)
Για διάφορους πολιτικούς και οικονομικούς λόγους, η Ρωσία αρκέστηκε τότε στην προσχώρηση μόνο της Κριμαίας αφήνοντας τις ανατολικές της περιοχής σε κατάσταση εξέγερσης και αναμονής για την μελλοντική τους ενσωμάτωση στη Ρωσική Ομοσπονδία.
Οι Η.Π.Α. ακολουθώντας το γεωπολιτικό δόγμα του Μπρεζίνσκι δεν κατάφεραν να αποσπάσουν την Ουκρανία από την Ρωσία, πέτυχαν όμως να αποσπάσουν την κυβέρνηση της Ουκρανίας και να στήσουν μία φιλοδυτική με νεοναζιστικές προεκτάσεις. Όταν σε όλη την Ευρώπη υπήρχε ένα κυνήγι μαγισσών ή αλλιώς ένα κυνήγι ακροδεξιών και νεοναζιστών (βλέπε Ελλάδα και περίπτωση Χρυσής Αυγής) στην Ουκρανία οι εθνικιστές και οι νεοναζί (Δεξιός Τομέας και Τάγμα Αζόφ) είχαν την αμέριστη υποστήριξη, ηθική και οικονομική, της Δύσης συμπεριλαμβανομένης και της τότε ελληνικής κυβέρνησης. Κατά αυτόν τρόπο, οι Η.Π.Α. έκαναν ένα βήμα πιο κοντά γεωπολιτικά στη Ρωσία και ολίγα εκατομμύρια περισσότερα στις τράπεζες τους. Η δημιουργία τετελεσμένων γεγονότων με μια Ουκρανία, όχι πλέον ως ανεξάρτητη χώρα με φιλορωσικό προσανατολισμό, με εδαφική συγκρότηση και με έναν λαό σε ισορροπία, μετατράπηκε μέσα σε λίγους μήνες σε μία Ουκρανία ακρωτηριασμένη με πιθανό σενάριο εδαφικής διχοτόμησης και έναν λαό να μισεί ο ένας τον άλλον θανάσιμα. Η αλήθεια είναι πως εκείνη την περίοδο, ο Πούτιν μπορεί να κέρδισε την Κριμαία αλλά έχασε μια για πάντα την ‘’ενοποιημένη’’ Ουκρανία. Η Ουκρανία δεν θα ήταν ποτέ ξανά η ίδια σε παλμό και σε στάση απέναντι στη Ρωσία μετά την δυτική κατοχή. Οι Η.Π.Α. και η Ευρώπη με το δόγμα του ‘’δίαιρε και βασίλευε’’ κέρδισαν το πλεονέκτημα και βρήκαν την αφορμή να ασκήσουν μια σειρά οικονομικών κυρώσεων στην Ρωσία και να την οδηγήσουν σε μια εσωστρέφεια και σε έναν εναλλακτικό οικονομικό προσανατολισμό.
Από ότι φαίνεται, οι Η.Π.Α. αποφάσισαν να δημιουργήσουν ξανά τετελεσμένα γεγονότα στην ευρωπαϊκή ήπειρο, χρησιμοποιώντας το ουκρανικό προτεκτοράτο τους πλέον για να προκαλέσουν την Ρωσία και γνωρίζοντας πως οι Ρώσοι δεν θα είχαν άλλη επιλογή γιατί ούτε αυτοί έχουν ξεχάσει το 2014 και το τι σημαίνει η Ουκρανία για αυτούς, έστειλαν μία πρόσκληση πολέμου (εισβολής καλύτερα) στην Ρωσία με απώτερο σκοπό να τελειώσουν αυτό που ξεκίνησαν πριν 8 χρόνια, να ενώσουν όλη τη Δύση εναντίον της Ρωσίας ως χώρα – εισβολέας, να κινητοποιήσουν τους λαούς σε μία σειρά αντιρωσικών εκδηλώσεων και αντιδράσεων κατηγορώντας τον Πούτιν ως έναν άλλο Χίτλερ που ξεκινάει πολέμους στην ‘’πολιτισμένη’’ Ευρώπη μας, να προβούν σε μια νέα σειρά κυρώσεων που θα εξασθενίσουν την οικονομικά αναπτυγμένη πλέον Ρωσία και σαφώς να αποκόψουν την Ευρώπη από την εξάρτηση της Ρωσίας σε φυσικό αέριο και πουλώντας οι Αμερικάνοι το δικό τους προϊόν σε καλύτερη τιμή, για τους ίδιους κι όχι για τους λαούς της γηραίας ηπείρου.
Η απόφαση για ένα νέο τείχος μεταξύ των δημοκρατικών δυτικότροπων κρατών και των μη φιλοδυτικών κρατών και της Ρωσικής Ομοσπονδίας έχει αρχίσει να χτίζεται από την στιγμή που οι Αμερικάνοι απέτυχαν μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης να εντάξουν την Ρωσία στο στρατόπεδο τους και να την κατακερματίσουν εδαφικά σε μικρά κρατίδια όπως σχεδίαζαν. Η Ρωσία επέστρεψε και φαίνεται να έχει αγριέψει.
Η Ελληνική Παρέμβαση
Δυστυχώς, είμαστε μάρτυρες ακόμη μίας πολιτικής απερισκεψίας ή μίας δουλοπρεπής στάσης εκ μέρους της ελλαδικής κυβερνήσεως, η οποία ή θα παρατηρεί τα γεγονότα στην γειτονιά της ως απλός θεατής ή θα κινείται πιστά και δουλικά προς τον δυτικό συνασπισμό αγνοώντας τα δικά μας ελληνικά συμφέροντα και εκμηδενίζοντας τις ισορροπίες μεταξύ των δυνατών της υφηλίου. Είναι γνωστό πλέον πως οι ελληνορωσικές σχέσεις βρίσκονται στην χειρότερη διπλωματική τους φάση μετά την απέλαση Ρώσων διπλωματών επί κυβερνήσεως Τσίπρα και την Συμφωνία των Πρεσπών και συνεχίζοντας την ίδια αιρετική παράδοση η κυβέρνηση του Μητσοτάκη κατάφερε να διαρρήξει ακόμα περισσότερο τις ήδη διαταραγμένες σχέσεις των δύο χωρών ξεπερνώντας σε διπλωματικό και οικονομικό επίπεδο (Κλείσιμο του Ομίλου Μουζενίδη με αποτέλεσμα το τεράστιο κενό στην αγορά τη Ανατολικής Ευρώπης) ακόμη και το στρατιωτικό καθεστώς τις 21η Απριλίου, το οποίο είχε αφήσει ένα ανοικτό παράθυρο προς την τότε Σοβιετική Ένωση μέσα στα πλαίσια της πολιτικής του.
Η απόφαση της νεοδημοκρατικής κυβέρνησης να στείλει εξοπλιστικό υλικό στην ουκρανική κυβέρνηση εξοπλίζοντας κατά αυτόν τον τρόπο τα νεοναζιστικά τάγματα οδηγεί σε δύο σημαντικά πολιτικά ατοπήματα:
πρώτον, υποστηρίζει ανοικτά την Ουκρανία στη πολεμική της σύγκρουση με την Ρωσία αγνοώντας τον γεωπολιτικό ρόλο της δεύτερης και παρασυρόμενη από την κοινή μοίρα της πρώτης ως αμυνόμενη και
δεύτερον, εξοπλίζει τα χέρια των νεοναζιστικών και εθνικιστικών ταγμάτων της Ουκρανίας, όταν σε όλη την Ελλάδα έχει εξαπολύσει ένα κυνηγητό σε κάθε εθνικιστική φωνή, με αποτέλεσμα τα όπλα αυτά να στραφούν και εναντίων των Ελλήνων ομογενών μας, οι οποίοι βρίσκονται στην πλειοψηφία τους στη νότια πλευρά της Ουκρανίας και οι περισσότεροι δε είναι ρωσόφωνοι.
Η κίνηση αυτή της κυβερνήσεως Μητσοτάκη μπορεί να μας παραπέμψει πίσω στο παρελθόν και στην τότε ελληνική κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου και την αποστολή εκστρατευτικού σώματος στην Κριμαία το 1919 προς απόκρουση των μπολσεβίκων. Μέσα στο πλαίσιο της φιλελεύθερης πολιτικής των δύο πρωθυπουργών και λόγω της ιδεολογικής συνέχειας των δύο κομμάτων θα επισημάνω δύο σημαντικούς παράγοντες που ισχύουν και σήμερα:
πρώτον, o τότε Έλληνας πρωθυπουργός ακολούθησε επίσης την δυτική πολιτική και συντάχθηκε αναφανδόν με τις δυτικές δυνάμεις (Αντάντ) αγνοώντας την ελληνική κοινή γνώμη και αποφασίζοντας χωρίς την ελληνική αντιπολίτευση και
δεύτερον, οι Έλληνες της τότε εποχής εκστράτευσαν στην Κριμαία με σκοπό την απόκρουση των κομμουνιστικών δυνάμεων και την υπεράσπιση του θρόνου στη Ρωσία, δηλαδή υπέρ των Λευκών και εναντίων των Κόκκινων.
Η ιστορία έδειξε πως αυτό ήταν τότε λάθος, όχι γιατί μετά η κομμουνιστική κυβέρνηση του Λένιν εξόπλισε τον Κεμάλ Ατατούρκ και συνέβαλε στην εκδίωξη και εξόντωση των Ελλήνων του Πόντου και της Μικρά Ασίας, γνώμη μου είναι πως η κομμουνιστική Ρωσία ως κόκκινη πλέον, θα στήριζε οικονομικά και ιδεολογικά την Τουρκία ανεξαρτήτως συμμετοχής της πατρίδος μας στην εκστρατεία της Κριμαίας. Αυτό ήταν μία καλή πρόφαση!
Το διπλωματικό λάθος της Ελλάδος εκείνη της εποχής και του διορατικού Ελευθερίου Βενιζέλου ήταν πως ο θεσμός των Τσάρων είχε ξεπέσει και πως τα τελευταία χρόνια υπήρχε μία εσωτερική ζύμωση και αναταραχή στα κοινωνικά στρώματα της Ρωσίας που καθιστούσε την εξέγερση των μπολσεβίκων αναπόφευκτη και στο πεδίο του πολέμου επικρατούσα. Έτσι, ο Βενιζέλος, ο οποίος ήθελε να εκδιώξει τον Έλληνα Βασιλέα, Κωνσταντίνο από τον θρόνο και να αναλάβει πλήρως ως πρωθυπουργός σε μία αβασίλευτη δημοκρατία ενίσχυε και υποστήριζε μέσω έμψυχου και άψυχου πολεμικού υλικού την διατήρηση του Βασιλιά (Τσάρου) Νικολάι στη Ρωσία ακολουθώντας δουλικά τον δυτικό συνασπισμό, αγνοώντας τα ελληνικά συμφέροντα και αδυνατώντας να αντιληφθεί την γενικότερη εικόνα του πολιτικού χάρτη περί επικράτησης του κομμουνισμού ώστε να φροντίσει να διατηρήσει καλές διπλωματικές σχέσεις με την νέα κυβέρνηση και την νέα τάξη που πρόκειται να γεννηθεί.
Σχεδόν 100 χρόνια μετά, ο απόγονος της φιλελεύθερης παράταξης, Κυριάκος Μητσοτάκης αντιγράφει τον ιδεολογικό του πρόγονο και παίρνει ανοικτά θέση υπέρ της τίμιας και μαχόμενης μεν ουκρανικής πλευράς αλλά ταυτόχρονα αδυνατεί να αντικρύσει ρεαλιστικά και διπλωματικά την αναπόφευκτη επικράτηση της ρωσικής πλευράς δεδομένου του ζωτικού της χώρου, της ισχύος της και της επιρροής της σέρνοντας την άμοιρη πατρίδα μας έρμαιο των δυτικών συμφερόντων και θέτοντας την Ελλάδα ξανά στο στόχαστρο της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής.
Συμπέρασμα
Οι τελευταίες κυβερνήσεις των τελευταίων χρόνων είναι επικίνδυνες για τον Ελληνισμό και βλαβερές για τα ελληνικά γεωπολιτικά συμφέροντα. Δημιουργούν σχίσματα στην κοινή πολιτισμική πορεία των δύο χωρών, Ελλάδος και Ρωσίας, και αποκόπτουν τις στενότερες οικονομικές και διπλωματικές σχέσεις των Ελλήνων και Ρώσων. Η στάση της εκάστοτε ελληνικής κυβέρνησης σε περιόδους γεωπολιτικής αναταραχής στην ευρύτερη γειτονία μας όφειλε να είναι ειρηνοποιός, ενοποιητική, ανθρωπιστική και πολιτισμική. Ο ελληνικός λαός έχει καλές σχέσεις και με τους δύο λαούς, ουκρανικό και ρωσικό, και δεν χρειαζόταν να επιλέξει επίσημα πλευρά παρά να παρέχει ανθρωπιστική βοήθεια στους αμυνόμενους (κάτι το οποίο δεν θα θορυβούσε την Ρωσία) και διπλωματική προσπάθεια για την ομαλή και ταχεία επίλυση των διαφορών των δύο αδελφικών και χριστιανικών λαών. Η Ελλάδα πρέπει να μιλάει διεθνώς την γλώσσα της ιστορικής αλήθειας, να κατέχει την τέχνη της πολιτισμικής διπλωματίας και να εκφράζει τον λόγο της εκκλησίας του Χριστού μέσα στους λαούς της Ευρώπης κι όχι να γίνεται φερέφωνο ξένων συμφερόντων και αλλότριων ιδεοληψιών και απόψεων.
Συγχαρητήρια για την ανάρτηση